Περίπου 10 με 15 % των ζευγαριών αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας & ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό ως «η αδυναμία ενός ζευγαριού να ολοκληρώσει μια εγκυμοσύνη μετά από ένα τουλάχιστον χρόνο συστηματικής σεξουαλικής συνεύρεσης χωρίς προφυλάξεις». Παρόλο που τα αίτια είναι οργανικά, το ψυχολογικό αποτύπωμα μια τέτοιας κατάστασης και των αποτυχημένων προσπαθειών για τεκνοποίηση, μπορεί να προξενήσουν ψυχολογικό πλήγμα.
Οι ψυχολογικές επιπτώσεις που μπορεί να περιλαμβάνουν έντονα καταθλιπτικά συμπτώματα, ενώ έχει βρεθεί ότι οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με τις γυναίκες που δεν έχουν πρόβλημα γονιμότητας.
Πιο συγκεκριμένα ένα 10% των υπογόνιμων γυναικών πληρούν τα κριτήρια μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής, 30 με 35 % αναφέρουν καταθλιπτικά συμπτώματα και 66% αναφέρουν ότι αισθάνονται θλίψη μετά από μια μη επιτυχημένη προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος. Πολλές γυναίκες που βιώνουν το πρόβλημα το περιγράφουν ως μια από τις πιο στρεσογόνες εμπειρίες της ζωής του. Είναι αλήθεια ότι κάποιος που δυσκολεύεται να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, μπορεί να νιώθει συναισθήματα παρόμοια με κάποιον που ζει μια σημαντική απώλεια.
Το σοκ, το πένθος, η κατάθλιψη, ο θυμός και η δυσφορία, όπως και η μειωμένη αυτοεκτίμηση και η αίσθηση απώλειας ελέγχου είναι πολύ συνηθισμένες ψυχολογικές αντιδράσεις σε αυτές τις περιπτώσεις.
Η υπογονιμότητα επηρεάζει σημαντικά και τη σχέση των δύο συντρόφων, αλλά και τη σχέση με το περιβάλλον τους. Το στρες σε αυτές τις περιπτώσεις αυξάνεται σε τέτοιο βαθμό, που είναι πολύ εύκολο ο ένας σύντροφος να κατηγορήσει τον άλλον. Το ζευγάρι επίσης, μπορεί να αποφεύγει το συγγενικό περιβάλλον ή και του φίλους που έχουν ή πρόκειται να αποκτήσουν παιδιά.
Το στρες ως παράγοντας υπογονιμότητας…
Οι πρόσφατες έρευνες παρέχουν σημαντικές ενδείξεις ότι η αρνητική ψυχολογική κατάσταση (αίσθημα ματαίωσης, βαρυθυμία, αίσθημα κενού κλπ) μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την γονιμότητα, αλλά και ότι τα καταθλιπτικά συμπτώματα μπορεί να μειώσουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας για την αντιμετώπιση τη αδυναμίας τεκνοποίησης Μάλιστα, ένας σημαντικός αριθμός ερευνών δείχνει ότι ο συνδυασμός ψυχολογικής υποστήριξης και θεραπείας μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα ένα ζευγάρι να αποκτήσεις απογόνους.
Για αυτό είναι σημαντικό να μιλήσετε στο γιατρό σας, σε περίπτωση που βιώνετε συναισθήματα όπως θλίψη, ανησυχία και απογοήτευση. Αυτό θα βοηθήσει τον γιατρό σας να σας παράσχει πιο ολοκληρωμένη βοήθεια και αν χρειαστεί να σας συστήσει ένα ειδικό ψυχικής υγείας. Υπάρχουν πλέον εξειδικευμένες υπηρεσίες, αλλά και ψυχολόγοι και ψυχίατροι που μπορούν να λειτουργήσουν υποστηρικτικά στην προσπάθεια ενός ζευγαριού να τεκνοποιήσει ή και να αντιμετωπίσουν σοβαρότερες ψυχολογικές δυσκολίες (όπως η κατάθλιψη) που μπορεί να προκύπτει πριν ή μετά από τη στρεσογόνα προσπάθεια για την απόκτηση ενός παιδιού.