To AIDS μεταδίδεται με 3 τρόπους…

Το AIDS, (Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας), είναι η ασθένεια που προκαλείται από τον ιό HIV. Ο ιός προσβάλλει τα Τ4-λεμφοκύτταρα, έναν τύπο λευκών αιμοσφαιρίων. Τα κύτταρα αυτά είναι υπεύθυνα για την άμυνα του οργανισμού ενάντια στις διάφορες λοιμώξεις. Εφ’ όσον τα λεμφοκύτταρα καταστρέφονται, η ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμήσει τα διάφορα μικρόβια μειώνεται.

Πώς μεταδίδεται;

Ο ιός HIV μεταδίδεται με τρεις βασικούς τρόπους:

  • Μέσω του αίματος και των παραγώγων του, για παράδειγμα από μεταγγίσεις με μολυσμένο αίμα, από κοινή χρήση βελονών και συριγγών για λήψη ναρκωτικών, από μη αποστειρωμένα όργανα βελονισμού, τατουάζ, κλπ.
  • Με το κολπικό, πρωκτικό και στοματικό σεξ, μέσω της επαφής με το σπέρμα και τα κολπικά υγρά
  • Κάθετα, δηλαδή από τη μητέρα στο έμβρυο κατά την εγκυμοσύνη και από τη μητέρα στο νεογνό κατά τη γέννα και το θηλασμό. 

              (Δεν μεταδίδεται με την απλή κοινωνική επαφή, ούτε από τις τουαλέτες, ούτε από τα έντομα.)

 

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Πολλά άτομα που μολύνονται από τον ιό HIV παραμένουν ασυμπτωματικά για χρόνια (η νόσος μπορεί να εκδηλωθεί ακόμη και 10-15 χρόνια μετά την προσβολή από τον ιό). Υπάρχουν ωστόσο και άτομα που λίγες εβδομάδες μετά από την προσβολή τους, θα εκδηλώσουν συμπτώματα παρόμοια με αυτά της γρίπης (πυρετό, πονόλαιμο, διόγκωση των λεμφαδένων και κούραση. Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν από μόνα τους).

  • Μετά από χρονικό διάστημα, που μπορεί να είναι μήνες ή και χρόνια, ένα οροθετικό άτομο θα αρχίσει να παρουσιάζει 2 ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα και κλινικά σημεία:

λεμφαδενοπάθεια, νυκτερινή εφίδρωση, απώλεια βάρους, διάρροια, παρατεταμένους πυρετούς, καταβολή δυνάμεων και ευκαιριακές λοιμώξεις (δηλαδή περιστασιακές μολύνσεις που κανονικά, σε άτομα υγιή, δεν προκαλούν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα).

Στη φάση αυτή πλέον, οι ευκαιριακές λοιμώξεις είναι πιο πολλές και πιο συχνές (πχ έρπης ζωστήρας, τοξοπλάσμωση, μεγαλοκυτταροϊός, μυκητιάσεις, πνευμονικές λοιμώξεις). Μπορεί επίσης να εμφανιστεί το σάρκωμα Καπόζι (ένα είδος καρκίνου του δέρματος).

Πώς μπαίνει η διάγνωση;

Επειδή η λοίμωξη στην αρχή είναι ασυμπτωματική, ο μόνος τρόπος για τη διάγνωσή της είναι η ανάλυση αίματος. Η ανιχνευτική αυτή ανάλυση εντοπίζει στο αίμα αντισώματα κατά του ιού, τα οποία είναι ανιχνεύσιμα κατά μέσο όρο στις 6 εβδομάδες μετά την πρώτη επαφή με τον ιό. Τις πιο πολλές φορές εμφανίζονται μέχρι τον τρίτο μήνα της λοίμωξης. Κάποτε όμως μπορούν να κάνουν και 6 μήνες να εμφανιστούν. Οπότε, ένα άτομο μπορεί να χρειαστεί να υποβληθεί στην ανάλυση περισσότερες από μία φορές κατά τη διάρκεια της περιόδου των 6 μηνών.

 

Πώς αντιμετωπίζεται;

Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί φάρμακο που να σκοτώνει τον ιό και να απαλλάσσει τον οργανισμό από την καταστροφική παρουσία του. Υπάρχει η λεγόμενη «τριπλή» θεραπεία, δηλαδή ένας συνδυασμός φαρμάκων που εμποδίζουν τις διάφορες λειτουργίες του ιού. Ως αποτέλεσμα, βοηθούν στην καταστολή των συμπτωμάτων και την καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου. Μέχρι τώρα δεν έχει ανακαλυφθεί ούτε προληπτικό εμβόλιο αλλά οι έρευνες και οι δοκιμές συνεχίζονται.

Με τα σημερινά δεδομένα, από τη στιγμή που θα εκδηλωθεί η ασθένεια αυτή η θνησιμότητά της είναι 100%.

 

Πώς θα επηρεάσει τη σχέση μου;

Θα πρέπει να χρησιμοποιείτε πάντα προφυλακτικό με τον σύντροφό σας για να εμποδίσετε τη μετάδοση του ιού. Μην μοιράζεστε κοφτερά αντικείμενα με τον σύντροφό σας. Σε περίπτωση που αλλάζετε σύντροφο, ιδανικά, θα πρέπει να εξετάζεται για παρουσία HIV αντισωμάτων.

Πρόληψη…

Σε ό,τι αφορά τη μετάδοση μέσω του σεξ:

  • Για την πρόληψη της μετάδοσης του ιού μέσω του σεξ, ισχύουν οι γενικοί κανόνες πρόληψης που υπάρχουν για όλα τα Σ.Μ.Ν(Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα), δηλαδή αποχή, μονογαμική σχέση ή μείωση των ερωτικών συντρόφων και συστηματική και σωστή χρήση του προφυλακτικού.
  • Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι άτομα με άλλα Σ.Μ.Ν. έχουν πιο αυξημένο κίνδυνο για προσβολή από τον ιό HIV.

Σε ό,τι αφορά τη μετάδοση μέσω του αίματος:

  • Όλα τα παράγωγα του αίματος να εξετάζονται πριν από τις μεταγγίσεις.
  • Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κοινές σύριγγες και βελόνες για λήψη ενδοφλέβιων ναρκωτικών, αλλά σύριγγες και βελόνες μίας χρήσης, ούτε οποιαδήποτε μη αποστειρωμένα εργαλεία που τρυπούν το δέρμα. Η πλήρης αποφυγή τέτοιων πρακτικών φυσικά είναι πάντα η καλύτερη πρόληψη.

Σε ό,τι αφορά την κάθετη μετάδοση:

  • Στατιστικά γύρω στο 25% των οροθετικών εγκύων θα μεταδώσουν τον ιό στο μωρό τους. Με τη λήψη προληπτικής θεραπείας η πιθανότητα μετάδοσης μειώνεται στο 8%. Η θεραπεία δίνεται στην έγκυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τη στιγμή του τοκετού και στη συνέχεια παρέχεται και στο μωρό για 6 βδομάδες μετά τη γέννα.

(Πηγή: https://maternacare.gr/)

 

Το άρθρο υπογράφει ο Γρυπάρης Στ. Ιωάννης Μαιευτήρας – Χειρουργός / Γυναικολόγος. Εξειδικευθείς στην Υπογονιμότητα και την Αισθητική Γυναικολογία.

(αναλυτικότερα βιογραφικά στοιχεία του ιατρού θα βρείτε εδώ: http://bit.ly/2FxnB4o)

Στοιχεία επικοινωνίας:

διευθ.:  Αρ. Καλλιγά 13 – Πειραιάς
 
τηλ. επικοινωνίας:  (+30) 210 4511220 (+30) 6937 202728

(716)