Ποιες συνήθειες υπονομεύουν την ποιότητα του ύπνου μας και τι θα αλλάξει αν τις τροποποιήσουμε. Δείτε το αναπάντεχο εύρημα νέας έρευνας για το ποιοι κοιμούνται καλύτερα!
Μια νέα μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου Virginia Commonwealth διερεύνησε τον ύπνο, τον τρόπο ζωής και την υγεία 3.284 ενηλίκων και βρήκε ότι οι συμπεριφορές που βρίσκονται υπό τον άμεσο έλεγχό μας -όπως η διατροφή, η φυσική δραστηριότητα ή η καθιστική ζωή, αλλά και ο χρόνος που περνάμε μπροστά από την τηλεόραση, διαβάζοντας ή σερφάροντας στο ίντερνετ και στα social media– σχετίζονται με την ποιότητα του ύπνου. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο International Journal of Environmental Research and Public Health.
«Για πολλές δεκαετίες, η ιατρική του ύπνου είχε επικεντρωθεί αποκλειστικά στις διαταραχές του ύπνου, αμελώντας την σημασία της ποιότητας του ύπνου. Ο υγιής και ποιοτικός ύπνος είναι μια νεότερη προσέγγιση που ενσωματώνει παράγοντες που θεωρείται ότι σχετίζονται με τη θετική εμπειρία του ύπνου. Η κατανόηση των παραγόντων που σχετίζονται με τον ποιοτικό ύπνο, σε αντίθεση με τις διορθωτικές κινήσεις, θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στον γενικό πληθυσμό», αναφέρει ο επικεφαλής συγγραφέας Joseph Dzierzewski, Ph.D., αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας.
Διαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι οι γηραιότεροι ενήλικες ανέφεραν καλύτερη ποιότητα ύπνου, ενώ ακολουθούσαν οι μεσήλικες και οι νεότεροι ενήλικες. Σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, η κατανάλωση πρόχειρου φαγητού, η καθιστική συμπεριφορά, η μη τακτική δραστηριότητα μέσα στην ημέρα και η έκθεση στα ηλεκτρονικά μέσα -όπως η τηλεόραση, τα social media και το διαδίκτυο- σχετίστηκαν αρνητικά με την υγεία του ύπνου.
«Το εύρημα ότι η υγεία του ύπνου ήταν καλύτερη στους γηραιότερους ενήλικες είναι αξιοσημείωτο, καθώς αντιτίθεται στις έρευνες των προηγούμενων δεκαετιών που έδειχναν ότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν υψηλότερα ποσοστά σε σχεδόν όλες τις διαταραχές του ύπνου», τονίζει ο Δρ. Dzierzewski.
Ένα άλλο ενδιαφέρον εύρημα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι ότι κάποιοι παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η καθιστική ζωή ή η φυσική δραστηριότητα, παρουσίαζαν διαφορές ως προς το πόσο στενά σχετίζονταν με την υγεία του ύπνου στους ηλικιωμένους, τους μεσηλίκους και τους νεότερους ενήλικες.
«Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι καθώς μεγαλώνουμε και περνάμε από διάφορα στάδια και μεταβατικές περιόδους στη ζωή, οι παράγοντες που σχετίζονται με τον υγιή ύπνο αλλάζουν. Αυτό υποδεικνύει την ανάγκη για μια αναπτυξιακή προσέγγιση εφ’ όρου ζωής στη διερεύνηση της υγείας του ύπνου», προσθέτει ο ειδικός.
Η μελέτη ήταν διατομεακή και ανέλυσε δεδομένα από ένα πληθυσμό σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, επομένως οι άμεσες κλινικές συστάσεις θα πρέπει να θεωρηθούν προκαταρκτικές. Ωστόσο, παρέχει στοιχεία που υποστηρίζουν τα πρακτικά βήματα που πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι για να βελτιώσουν τον ύπνο τους.
«Τα αποτελέσματα της μελέτης υποδεικνύουν ότι η μείωση της κατανάλωσης πρόχειρου φαγητού, η μείωση του χρόνου παρακολούθησης τηλεόρασης, αλλά και του χρόνου που περνάει κάποιος στο διαδίκτυο και τα social media, παράλληλα με έναν τακτικό τρόπο ζωής μπορεί να βοηθούν στην προώθηση ενός υγιούς, υψηλής ποιότητας ύπνου», καταλήγει ο Δρ. Dzierzewski.
Με απλά λόγια αν «κόψουμε» ή περιορίσουμε τον χρόνο που περνάμε στην τηλεόραση και τα social media, καθώς και καθισμένοι στον καναπέ του σπιτιού τρώγοντας πρόχειρο φαγητό, δεν αποκλείεται να διαπιστώσουμε ότι κοιμόμαστε περισσότερο και καλύτερα.
Πηγή: ygeiamou.gr