Η καλή καρδιαγγειακή υγεία της μητέρας «ακολουθεί» τα παιδιά της στο σύνολο της ζωής τους καθυστερώντας σχεδόν κατά μία δεκαετία τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακής προσβολής ή εγκεφαλικού επεισοδίου συγκριτικά με τους απογόνους γυναικών που δεν ακολουθούν υγιή τρόπο ζωής.
Αυτό είναι το εντυπωσιακό εύρημα που προκύπτει από μεγάλης κλίμακας μελέτη υπό τον Δρ. James Muchira του Πανεπιστημίου Βάντερμπιλντ και του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση European Journal of Preventive Cardiology της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας.
«Η μελέτη μας καταδεικνύει ότι οι μητέρες είναι οι πρωταρχικοί φύλακες της υγείας των παιδιών τους. Αυτή η μητρική επιρροή παραμένει κατά την ενήλικη ζωή των απογόνων» αναφέρει ο Δρ. James Muchira, εξηγώντας ότι η ισχυρή αυτή η επιρροή είναι πιθανώς συνδυασμός της υγείας της μητέρας κατά την εγκυμοσύνη και το περιβάλλοντος ανατροφής του παιδιού στα πρώτα στάδια της ζωής του.
Προγενέστερες έρευνες έχουν δείξει ότι οι γονείς «κληρονομούν» την υγεία στους απογόνους τους, τόσο μέσω των γονιδίων, όσο και μέσω του κοινού περιβάλλοντος/τρόπου ζωής. Αυτή, όμως, είναι η πρώτη μελέτη που εξέτασε εάν η καρδιαγγειακή υγεία των γονέων συσχετίζεται με την ηλικία κατά την οποία τα παιδιά αναπτύσσουν καρδιαγγειακές παθήσεις. Επιπλέον, διερεύνησε την επιρροή κάθε γονέα ξεχωριστά διαπιστώνοντας ότι της μητέρας είναι ισχυρότερη και κυρίως στα αγόρια
Στο πλαίσιο της μελέτης εξετάστηκαν στοιχεία για 1.980 παιδιά και τους γονείς τους -οι απόγονοι είχαν εγγραφεί στα μητρώα της Framingham Heart Study σε μέση ηλικία 32 ετών και παρακολουθήθηκαν για περισσότερο από 46 χρόνια (1971-2017) για τη εκδήλωση καρδιαγγειακών συμβάντων.
«Ουσιαστικά, η μελέτη ακολούθησε τους απογόνους σχεδόν στο μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής τους όταν και εκδηλώνονται καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια» εξήγησε ο Δρ Muchira.
Η καρδιαγγειακή υγεία της μητέρας και του πατέρα βαθμολογήθηκε στη βάση επτά παραγόντων: αποχή από το κάπνισμα, υγιεινή διατροφή, σωματική δραστηριότητα και φυσιολογικός δείκτης μάζας σώματος, αρτηριακή πίεση, χοληστερόλη αίματος και γλυκόζη αίματος. Οι τρεις κατηγορίες καρδιαγγειακής υγείας ήταν: κακή (0 έως 2 παράγοντες), ενδιάμεση (3 έως 4) και ιδανική (5 έως 7).
Εν συνεχεία, οι ερευνητές αξιολόγησαν τη σχέση μεταξύ της καρδιαγγειακής υγείας των γονέων και του χρόνου κατά τον οποίο ο απόγονος έζησε χωρίς να έχει εμφανίσει καρδιαγγειακή νόσο. Αξιολογήθηκαν, μάλιστα, οι συσχετίσεις μεταξύ κάθε ζευγαριού, δηλαδή μητέρα-κόρη, μητέρα-γιος, πατέρας-κόρη και πατέρας-γιος.
Και αυτό που προέκυψε από την ανάλυση είναι ότι απόγονοι μητέρων με ιδανική καρδιαγγειακή υγεία έζησαν επιπλέον εννέα χρόνια χωρίς καρδιαγγειακές παθήσεις συγκριτικά με τους απογόνους γυναικών με κακή καρδιαγγειακή υγεία (27 έναντι 18 ετών, αντίστοιχα). Η κακή καρδιαγγειακή υγεία της μητέρας συνδέθηκε με το διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων πρώιμης έναρξης σε σύγκριση με την ιδανική καρδιαγγειακή υγεία της μητέρας. Η υγεία της καρδιάς των πατέρων δεν είχε στατιστικά σημαντική επίδραση στο χρονικό διάστημα που ο απόγονος έζησε χωρίς καρδιαγγειακή νόσο.
«Εάν οι μητέρες έχουν διαβήτη ή υπέρταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αυτοί οι παράγοντες κινδύνου αποτυπώνονται στα παιδιά τους σε πολύ μικρή ηλικία. Επιπλέον, οι γυναίκες είναι συχνά οι κύριοι φροντιστές και το κύριο πρότυπο συμπεριφοράς» αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης.
Οι γιοι επηρεάστηκαν περισσότερο από τις κόρες από τον ανθυγιεινό τρόπο ζωής της μητέρας. «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι γιοι είχαν πιο δυσμενείς συνήθειες τρόπου ζωής από τις κόρες, γεγονός που καθιστούσε την κατάσταση ακόμη χειρότερη. Αυτό δείχνει ότι οι άνθρωποι μπορούν να ανακτήσουν τον έλεγχο της υγείας τους. Όσοι κληρονομούν έναν υψηλό κίνδυνο από τη μητέρα τους μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο αυτό με το να ασκούνται και να τρώνε σωστά. Εάν δεν το πράξουν, ο κίνδυνος θα πολλαπλασιαστεί» επισημαίνει ο ίδιος.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν τη σημασία της βελτιστοποίησης της καρδιαγγειακής υγείας μεταξύ των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας και των μητέρων με μικρά παιδιά, τονίζοντας την ανάγκη συμβουλευτικών παρεμβάσεων κατά την κύηση και πολύ νωρίς στη ζωή του παιδιού, «έτσι ώστε ο πραγματικός αντίκτυπος της προστατευτικής καρδιαγγειακής υγείας να φτάσει έως την ενηλικίωση».
«Ένα παράδειγμα αυτού είναι να συμμετέχουν μαζί μητέρες και μικρά παιδιά σε ένα πρόγραμμα άσκησης ή βελτίωσης της διατροφής. Εάν τα παιδιά μεγαλώσουν σε υγιείς ενήλικες, δεν θα έχουν τον ίδιο καρδιαγγειακό κίνδυνο με τους γονείς τους, και αυτό θα αυξήσει τις πιθανότητες να έχουν ακόμη πιο υγιή εγγόνια» σημειώνει ο Δρ Δρ Muchira.
Πηγή: ygeiamou.gr