Η σειρά γέννησης επηρεάζει τα χαρακτηριστικά μας;

Συχνά ακούμε τη φράση: «Οικογένεια από οικογένεια διαφέρει». Ωστόσο, διαφορές δεν παρατηρούνται μόνο μεταξύ οικογενειών, αλλά και εντός της ίδιας οικογένειας, μεταξύ των αδελφών. Δε φαίνεται να υπάρχουν σταθερές διαφορές στην προσωπικότητα που να αποδίδονται αποκλειστικά στη σειρά γέννησης.

Έρευνες έχουν δείξει ότι οι εμπειρίες που βιώνουν τα παιδιά αφού έχουν γεννηθεί ως «πρώτα», «δεύτερα», «τρίτα», συμβάλλουν στη διαμόρφωση ορισμένων γενικών χαρακτηριστικών. Αν και μοιράζονται πολλές εμπειρίες, όπως το να ζουν στο ίδιο σπίτι, τα αδέλφια έχουν και πολλές διαφορετικές εμπειρίες.

Οι περιστάσεις, ο συναισθηματικός δεσμός του ζεύγους, ο περιβάλλων κόσμος διαφέρουν για κάθε παιδί που γεννιέται στην οικογένεια.

Συνεπώς, κάθε παιδί δέχεται διαφορετικά ερεθίσματα και  μεταχείριση (συνήθως ακούσια) τόσο από τους γονείς του όσο και από τα αδέλφια του. Διαφορετικό θα είναι το περιβάλλον για ένα παιδί που γεννιέται σε ένα νιόπαντρο ζευγάρι η σχέση του οποίου είναι αρκετά τρυφερή, συγκριτικά με ένα παιδί που όταν γεννιέται, οι γονείς του είναι ήδη παντρεμένοι 7 χρόνια. Επίσης σημαντικό ρόλο παίζει κατά πόσο το ζευγάρι επιθυμεί να αποκτήσει ένα παιδί σε μια δεδομένη στιγμή.

Η καθημερινότητα της οικογένειας δέχεται μεταβολές με το πέρασμα των χρόνων…

Διαφορετικές εμπειρίες θα δομήσει ένα πρωτότοκο παιδί που οι γονείς του αγωνίζονται να εξελιχθούν επαγγελματικά και να επιτύχουν μια οικονομική ευμάρεια, συγκριτικά με το επόμενο παιδί που πλέον οι γονείς έχουν απαλλαγεί από τις επαγγελματικές τους ανησυχίες και το άγχος της καθημερινότητας έχει μειωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.

Η οικογένεια επίσης διαφέρει αριθμητικά για κάθε παιδί. Άλλες εμπειρίες θα αποκτήσει στην πρώιμη παιδική ηλικία ένα πρωτότοκο, άλλες το δευτερότοκο, άλλες το τριτότοκο. To ίδιο το παιδί προσδιορίζεται μέσα από τη σειρά γέννησής του.

Για παράδειγμα ακούει τους γονείς του να λένε:

«Αυτή είναι η μεγάλη μου», «Αυτό είναι το στερνοπούλι μου». Συνήθως οι γονείς είναι περισσότεροι ανήσυχοι, ανασφαλείς και προστατευτικοί με το πρώτο παιδί, όντας άπειροι και μη εξοικειωμένοι με το γονεϊκό ρόλο. Ως αποτέλεσμα δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στην ανατροφή του και άθελα τους γίνονται πιο πιεστικοί μαζί του.

Στο επόμενο παιδί είναι πιο άνετοι, σίγουροι και ήρεμοι. Έχουν εξοικειωθεί με τα στάδια ανάπτυξής του (π.χ. πότε θα μιλήσει, πότε θα περπατήσει, πότε θα βγάλει την πάνα). Το μεγαλώνουν με περισσότερες ελευθερίες, λιγότερη πίεση και προσοχή.

Συχνά ακούμε τα μεγαλύτερα αδέλφια να παραπονιούνται για αυτό, αφού τα μικρότερα απολαμβάνουν τους καρπούς των δικών τους επαναστάσεων, χωρίς καμία προσπάθεια εκ μέρους τους. Τα μεγαλύτερα παιδιά θεωρούν τα μικρότερατα «κακομαθημένα» της οικογένειας που έχουν μια εύκολη ζωή, ενώ τα τελευταία θεωρούν τα πρώτα τα «προνομιούχα», τους μοναδικούς φορείς των γονεϊκών προσδοκιών.

Πιθανώς οι γονείς να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στην ανατροφή του μικρότερου παιδιού της οικογένειας, αφού συχνά ο ερχομός του είναι «απρογραμμάτιστος» σε μια ηλικία, που πλέον δεν περίμεναν να αποκτήσουν άλλα παιδιά, επανατοποθετώντας τους στην ανατροφή ενός παιδιού. Στον αντίποδα, συναντούμε τις περιπτώσεις που οι γονείς πλέον δε διαθέτουν την υπομονή και την επιμονή να μεγαλώσουν εξ αρχής ένα παιδί.   

Πιθανώς αδέλφια από την ίδια οικογένεια να έχουν τόσο διαφορετική προσωπικότητα όσο παιδιά που δεν έχουν καμία συγγένεια. Ένας λόγος διαφορών είναι ότι τα παιδιά έχουν ανάγκη να δομήσουν μία διαφορετική ταυτότητα του εαυτού τους, κυρίως αν είναι του ίδιου φύλου με τα υπόλοιπα. Σε περίπτωση που διαφέρουν ως προς το φύλο, αυτό ενισχύει αυτόματα τη μοναδικότητα του παιδιού μέσα στην οικογένεια.

Συμπερασματικά, στη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών των παιδιών δεν συμβάλλει μόνο η σειρά γέννησής τους αλλά και οι διαφορετικές εμπειρίες που δέχεται το καθένα.

Γράφει η Ανδριάννα Γεροντή – Συστημική και Εναλλακτική Θεραπεύτρια του ΚΕ.ΘΕ.ΣΥ (Ανασυνδιασμένη Ψυχοθεραπεία).

(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτεhttps://www.kethesy.gr/)

 

(432)