Αν πάρουμε μια ανάσα και σταθούμε για δυο λεπτά, θα διαπιστώσουμε πως τους ίδιους τρελούς ρυθμούς που μας επιβάλλει η σύγχρονη ζωή, επιβάλλουμε με τη σειρά μας ως γονείς στα παιδιά. Μόνο που εκείνα δεν έχουν μάθει να διαχειρίζονται τα πρέπει και διεκδικούν τα θέλω. Πώς επιτυγχάνεται η ισορροπία μεταξύ των δύο;
Σχολείο, φροντιστήριο, ξένες γλώσσες, μπάσκετ, χορός, πιάνο και κάθε είδους δραστηριότητες κατακλύζουν την καθημερινότητα των παιδιών, ακόμη και τώρα σε καιρό πανδημίας, αφήνοντάς τα σχεδόν ξέπνοα στο τέλος της κάθε ημέρας. Πολλές φορές αδυνατούν να ανταποκριθούν σε όλα αυτά και οι γονείς, δυσκολευόμενοι να κατανοήσουν τις ανάγκες τους, τα μαλώνουν ή τα υποχρεώνουν να ακολουθήσουν μια καθημερινότητα που δεν ταιριάζει ούτε στην ηλικία ούτε στην ψυχοσύνθεσή τους. Τα παιδιά, όμως, έχουν ανάγκη τον ελεύθερο χρόνο, την ξεκούραση, το παιχνίδι, ακριβώς όπως εμείς -οι μεγάλοι- έχουμε ανάγκη τις στιγμές χαλάρωσης και απόδρασης από τις καθημερινές υποχρεώσεις.
Πώς, λοιπόν, μπορεί να επέλθει η πολυπόθητη ισορροπία ανάμεσα στις βαθύτερες ανάγκες των παιδιών και στις καθημερινές τους υποχρεώσεις; Η Μαρία Κ. Παπαδάκη, Ψυχολόγος, MSc στο Metropolitan General μας βοηθά να βρούμε τις απαντήσεις και δίνει συμβουλές που θα φανούν πολύτιμες σε κάθε αγχωμένο γονιό και σωτήριες για κάθε παιδί που βρίσκεται στα όριά του.
Κάθε παιδί θέλει τον τρόπο του
Τα παιδιά έχουν διαφορετικές δραστηριότητες και ανάγκες σε κάθε ηλικία. Κατά την περίοδο της εφηβείας, για παράδειγμα, η πίεση που ασκούν οι γονείς στα παιδιά καλό είναι να μειωθεί στο ελάχιστο, καθώς ο έφηβος έχει ήδη αναπτύξει κάποια κριτική ικανότητα ώστε να αναγνωρίζει τα θέλω και τις αντοχές του. Παράλληλα, οι υψηλές απαιτήσεις που έχει ο έφηβος στο μαθησιακό κομμάτι δημιουργούν στρες και έχουν ψυχολογικό αντίκτυπο, επομένως είναι σημαντικό να παρακινούμε μεν το παιδί προς μια κατεύθυνση, αλλά και να το αφήνουμε να κατανείμει τον χρόνο του όπως αυτό πιστεύει.
Από την άλλη πλευρά, στα παιδιά μικρότερης ηλικίας τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά, όχι όμως απόλυτα. Οι γονείς τους βάζουν αρκετές εξωσχολικές δραστηριότητες, πράγμα που πολλές φορές συμβαίνει και λόγω έλλειψης του δικού τους χρόνου. Πρόκειται για κάτι που παρατηρείται συχνά στην εποχή μας και δεν πρέπει να μας γεμίζει ενοχές, από τη στιγμή που, όταν επιστρέφουμε στο σπίτι, διαθέτουμε χρόνο για να ασχοληθούμε με το παιδί. Είναι πολύ σημαντικός ο ποιοτικός χρόνος με την οικογένεια, ώστε το παιδί να συνδεθεί, να επικοινωνήσει, να μάθει να εκφράζει τα συναισθήματα και τα θέλω του.
Η δύσκολη ισορροπία
Κάθε παιδί χρειάζεται να χαλαρώνει, να έχει χρόνο για τον εαυτό του, να αναδείξει την προσωπικότητά του μέσα από διάφορες δραστηριότητες, να ανακαλύψει τις δικές του ικανότητες και να εκφράσει τη δημιουργικότητά του. Σε κάθε περίπτωση, όμως, στόχος είναι η ισορροπία, συνεπώς και ο επιτυχημένος καταμερισμός του χρόνου του για το σχολείο, τις εξωσχολικές δραστηριότητες αλλά και για την ύπαρξη ελεύθερου χρόνου.
Την ίδια στιγμή, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η πίεση από μόνη της δεν έχει αρνητικό πρόσημο. Όταν λέμε ότι πιέζουμε τα παιδιά με ένα γεμάτο πρόγραμμα, θα πρέπει να συνειδητοποιούμε ότι η πίεση είναι μια κατάσταση που κινητοποιεί και οργανώνει έναν άνθρωπο, είτε ως παιδί είτε ως ενήλικα. Το πρόβλημα έγκειται στην υπερβολή, στην υπεραπασχόληση.
Η σημασία του προγράμματος
Κάποιοι γονείς επιλέγουν να είναι πιο αυστηροί με τα παιδιά τους και κάποιοι πιο ελαστικοί. Σε κάθε περίπτωση, είναι καλό να υπάρχει αυστηρότητα σε θέματα υποχρεώσεων, δηλαδή το παιδί να αντιληφθεί ότι μετά το σχολείο οφείλει να διαβάσει και έπειτα μπορεί να ασχοληθεί με τη δραστηριότητα που του αρέσει.
«Αν έρθουμε αντιμέτωποι με την άρνηση του παιδιού να ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις του, το σημαντικό είναι να του εξηγήσουμε το γιατί πρέπει να γίνει αυτό, να συζητήσουμε μαζί του και να είμαστε ανοιχτοί να ακούσουμε τι έχει να μας πει. Ως παράδειγμα μπορούμε να φέρουμε και τον ίδιο μας τον εαυτό, τις δικές μας υποχρεώσεις και ανάγκες. Τα παιδιά έχουν έντονο το μιμητικό στοιχείο, επομένως όταν βλέπουν τους γονείς τους να ακολουθούν και οι ίδιοι ένα πρόγραμμα, παίρνουν παράδειγμα και προσαρμόζουν ανάλογα τη συμπεριφορά τους. Επίσης, στα παιδιά με χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο οφείλουμε να δείχνουμε μια ανοχή, να δίνουμε ευκαιρίες και να τα παροτρύνουμε ώστε να συνεχίσουν να ασχολούνται με τα μαθήματα και να μην εγκαταλείψουν λόγω απογοήτευσης. Δεν φτάνει μόνο να ρωτάμε το παιδί αν διάβασε. Πρέπει να το ακούμε, να συζητάμε μαζί του τους λόγους που το έκαναν να ασχοληθεί ή όχι με τα μαθήματα και, κυρίως, να του θέτουμε όρια, επιβραβεύοντας τις καλές συμπεριφορές και αποδοκιμάζοντας τις κακές, όχι υπό τη μορφή τιμωρίας αλλά συζήτησης και εξήγησης», εξηγεί χαρακτηριστικά η κυρία Παπαδάκη.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που το παιδί δεν ανταποκρίνεται σε μια δραστηριότητα. Δεν πρέπει να πάει μπάσκετ ή μπαλέτο, μπορεί να προτιμά να αφιερώσει τον χρόνο του σε κάποιο μουσικό όργανο ή μια άλλη ασχολία. Σημαντικό είναι να προσφέρουμε ευελιξία και εναλλακτικές επιλογές στο παιδί ώστε να το παρακινήσουμε να βρει τον τρόπο έκφρασης που του ταιριάζει και να μην το φορτώνουμε με ενοχές επειδή σε κάτι δεν ανταποκρίνεται όπως εμείς θα θέλαμε.
Είναι ελεύθερος χρόνος το τάμπλετ;
Ο ελεύθερος χρόνος του παιδιού μπορεί να περιορίζεται στην ενασχόληση με ένα τάμπλετ ή ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι. Οπως επισημαίνει η κυρία Παπαδάκη, «αν το παιδί εκφράζεται μέσα από αυτό και του αρέσει, δεν είναι κακό να ασχολείται κάποιες ώρες την ημέρα με τα ηλεκτρονικά. Οπως και σε κάθε περίπτωση, βέβαια, και εδώ πρέπει να υπάρχει ένα όριο. Από την πλευρά των γονέων, είναι σημαντικό να προσφέρουν στα παιδιά και άλλα ερεθίσματα, ώστε να μην αφοσιώνονται αποκλειστικά σε αυτό, ειδικά την περίοδο που διανύουμε, όπου οι οθόνες έχουν σε πολλές περιπτώσεις αντικαταστήσει και την εκ του σύνεγγυς διδασκαλία. Ενα επιτραπέζιο παιχνίδι με όλη την οικογένεια, η βοήθεια στη μαγειρική, ένα παιχνίδι σε εξωτερικό χώρο μπορούν να παρασύρουν τα παιδιά σε άλλες δραστηριότητες που θα τους προσφέρουν τις αφορμές ενασχόλησης με κάτι νέο, αλλά παράλληλα δεν θα τα αποξενώσουν από τον κοινωνικό τους κύκλο.
Σε πρόγραμμα εν καιρώ πανδημίας
Αν για κάποια παιδιά ήταν δύσκολο να εξισορροπήσουν και να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους πριν, τα πράγματα σήμερα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο, αφού η καθημερινότητά τους αλλάζει άρδην λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Η τηλεκπαίδευση, οι μάσκες, η απόσταση που πρέπει να κρατούν από τους φίλους και τους παππούδες έχουν επηρεάσει σημαντικά την ψυχολογία των παιδιών, τα οποία βλέπουν την καθημερινότητά τους να αλλάζει χωρίς πολλές φορές να ξέρουν το γιατί και αντιδρώντας ποικιλοτρόπως στην αλλαγή αυτή.
Στην περίπτωση που τα παιδιά εμφανίζονται μουδιασμένα προς τις νέες συνθήκες, θα πρέπει οι γονείς να παραμείνουν ψύχραιμοι και να μη συζητούν μπροστά στα παιδιά τις ανησυχίες τους για τις επιπτώσεις που ενδεχομένως να έχει η πανδημία τόσο στο οικονομικό όσο και στο ψυχολογικό σκέλος της οικογένειας.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα αφήνουμε να πιστεύουν πως όλα είναι όπως πριν, αντιθέτως τους εξηγούμε με τρόπο κατανοητό για την ηλικία τους ότι οι αλλαγές αυτές είναι κάτι που βιώνουμε όλοι και άρα θα πρέπει να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες. «Βρίσκουμε νέους τρόπους επικοινωνίας με τον παππού και τη γιαγιά, δημιουργούμε εναλλακτικές επιλογές δραστηριοτήτων μέσα κι έξω από το σπίτι, ενημερώνουμε σωστά τα παιδιά για την υγιεινή που πρέπει να ακολουθούν καθημερινά και συζητάμε μαζί τους τα άγχη και τις ανησυχίες τους. Είναι κάτι που κανείς, μικρός ή μεγάλος, δεν έχει ξαναζήσει, επομένως ο καθένας με τον τρόπο του πρέπει να κάνει μια προσπάθεια να προσαρμοστεί στη νέα καθημερινότητα για όσο διαρκέσει αυτό», καταλήγει η κυρία Παπαδάκη.
Αναζητώντας την ισορροπία σε μια πολύτιμη σχέση
Εν καιρώ κορωνοϊού, τα παιδιά έρχονται αντιμέτωπα με μία ακόμη απώλεια στην ισορροπία της καθημερινότητάς τους, αυτή της επαφής με τον παππού και τη γιαγιά και ενδεχομένως με τα ξαδέλφια και τους άλλους κοντινούς συγγενείς. Η ανάγκη για κοινωνική απόσταση, ειδικά στην περίπτωση των ηλικιωμένων ανθρώπων, έχει αλλάξει άρδην τη δυνατότητα των παιδιών να περάσουν χρόνο μαζί με τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Από τη στιγμή, λοιπόν, που οι συνθήκες επιβάλλουν στα παιδιά να μένουν μακριά από τους παππούδες για την ασφάλεια όλων, οι γονείς θα πρέπει να βρουν άλλους τρόπους επικοινωνίας και τροφοδότησης μιας σχέσης ουσιαστικής και απαραίτητης για την ψυχική ισορροπία τόσο των παιδιών όσο και των παππούδων.
Τα τεχνολογικά μέσα που μικροί και μεγάλοι ανακαλύψαμε αναγκαστικά κατά τη διάρκεια της καραντίνας μπορούν να γίνουν και σε αυτή την περίπτωση αρωγοί στην επικοινωνία των παιδιών με τους συγγενείς. Αν, βέβαια, ο παππούς και η γιαγιά δυσκολεύονται στη χρήση τους, μια απλή βόλτα κάτω από το σπίτι τους για μερικά λεπτά άμεσης οπτικής επαφής και επικοινωνίας να είστε σίγουροι ότι θα βελτιώσει την ψυχολογία και των δύο πλευρών.
Τέλος, οι γονείς οφείλουν να αντικαταστήσουν τις ασχολίες που είχαν τα παιδιά κατά την επαφή τους με τους παππούδες με μια δραστηριότητα, και μάλιστα δημιουργική, ώστε να μην επηρεαστούν σημαντικά από την έλλειψη αυτή. Από τη στιγμή που δεν μπορούν να δουν τον παππού και τη γιαγιά, ο χρόνος που θα αφιέρωναν σε αυτούς δεν πρέπει να αντικατασταθεί ενδεχομένως με περισσότερο χρόνο στο τάμπλετ, αλλά με μια δραστηριότητα που θα περιλαμβάνει τα μέλη της οικογένειας, όπως βόλτα σε εξωτερικό χώρο, κηπουρική στην αυλή ή μαγείρεμα στο σπίτι. Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά θα πάρουν τα ερεθίσματα που χρειάζονται, θα συνδεθούν με την οικογένεια και θα νιώσουν πως ναι μεν η καθημερινότητά τους άλλαξε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα χάσουν από το περιβάλλον τους τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Με μικρά βήματα μπορεί να επέλθει η ισορροπία μετά από κάθε αλλαγή.
*Με τη συνεργασία της Μαρίας Παπαδάκη, Ψυχολόγου, MSc, Metropolitan General
Πηγή: ygeiamou.gr