ο ραντεβού μας είχε οριστεί στα Εξάρχεια, σε ένα κεντρικό καφέ της πλατείας. Η Θεοδώρα Τζήμου είχε ήδη κάτσει με τη Φωφώ, τη σκυλίτσα της, μέσα και περίμενε. Πολύ όμορφη και άνετη μου μετέδωσε αμέσως μία οικειότητα και η ατμόσφαιρα “γλύκανε”. Ξεκινήσαμε να συζητάμε, για εμάς, τα σκυλιά μας, να δείχνουμε φωτογραφίες η μία στην άλλη και σιγά σιγά με μία τρομερή φυσικότητα μπήκαμε και σε άλλα πιο προσωπικά και θεατρικά θέματα με αφορμή το χάπι της ευτυχίας, τη Σεροτονίνη, και τη βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Μισέλ Ουελμπέκ παράσταση που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Αγαρτζίδης στην Κάμιρο.
Της ζητώ να ξεκινήσουμε επισήμως με μία αναδρομή στα παλιά και δείχνει να εκπλήσσεται. “Στη ζωή μου; Δε θες να μιλήσουμε για μία άλλη ζωή καλύτερα, αυτή που δεν έχουμε ζήσει;” λέει χαριτολογώντας και με μία εμφανή συστολή ξεκινά να μιλά…
“Γεννήθηκα στο Ουζμπεκιστάν, στην Τασκένδη. Ήταν πολιτικοί πρόσφυγες ο παππούς και η γιαγιά μου και από τους δύο μου γονείς, οπότε και η μαμά μου και ο πατέρας μου ήταν επίσης γεννημένοι εκεί, αλλά Έλληνες. Γυρίσαμε στην Ελλάδα, στην Αθήνα, όταν εγώ ήμουν δύο ετών, αλλά επειδή η μητέρα μου έπρεπε να κάνει αγροτικό ως γιατρός γυρίσαμε πολλές πόλεις. Έχω μείνει Θεσσαλία, σε διάφορα χωριά, στον Βόλο, στα Γιάννενα, στην Καρδίτσα. Γενικώς ήμουν λίγο τσιγγανάκι. Αυτό έχει τα καλά του, γιατί προσαρμόζομαι εύκολα, αλλά επειδή άλλαζα συνέχεια περιβάλλοντα και σχολεία, δεν είχα τη δυνατότητα να εμβαθύνω στις σχέσεις μου. Ειδικά τότε που δεν υπήρχαν κινητά και η επικοινωνία ήταν πιο δύσκολη. Σήμερα έχω φίλους από διάφορα μέρη, όμως μία κολλητή κολλητή φίλη δεν έχω, δεν έχω μία τέτοια σταθερή βάση από παιδί.
Το θέατρο μπήκε στη ζωή μου τυχαία. Από μικρή το παιχνίδι μου ήταν το να γράφω θεατρικά και να τα σκηνοθετώ με τα παιδιά της γειτονιάς. Και το έκανα, χωρίς να έχω δει ποτέ μία παράσταση. Είχα ανάγκη να φτιάχνω δικούς μου κόσμους, ήταν η διέξοδός μου. Στην Τρίτη Λυκείου βρέθηκα στα Γιάννενα και προετοιμαζόμουν να δώσω για Ιατρική, όταν γράφτηκα στο Θεατρικό Εργαστήρι Ηπείρου. Εκεί, μου πρότεινε ο καθηγητής μου, ο Γιώργος Νάκος, να δώσω εξετάσεις για το Εθνικό Θέατρο. Συνειδητοποίησα πως ήθελα πολύ. Το είπα στη μητέρα μου και έγινε έξαλλη. Πήγε να μιλήσει στον δάσκαλό μου, ερωτεύονται και παντρεύονται. Και κάπως έτσι δέχτηκε να δώσω εξετάσεις. Έδωσα λοιπόν, γιατί με προετοίμασε ο Γιώργος, που μέχρι σήμερα είναι ο πατριός μου.
Το τι ήθελα μέσα από τη συγκεκριμένη δουλειά και γιατί μπήκα σε αυτή είναι ένα κομμάτι το οποίο ανήκει και λίγο σε ένα πεδίο πιο ανεξερεύνητο. Και μου αρέσει να το κρατάω έτσι ερμητικά κλειστό. Έχει κάτι μυστικιστικό αυτό.
Σήμερα που πλέον είμαι πολλά χρόνια ηθοποιός, θα έλεγα πως το θέατρο είναι για μένα μία διέξοδος για πάρα πολλά δικά μου θέματα. Κάπως δηλαδή έχει μείνει αυτό το στοιχείο του να δημιουργώ μια δική μου πραγματικότητα σαν παιχνίδι. Έχει κάποια στοιχεία μύησης για μένα, ο τρόπος που το αντιλαμβάνομαι σε σχέση με τη ζωή μου. Σκέφτομαι πως όταν μπήκα στη σχολή του Εθνικού ήμουν 17 χρόνων και δεν είχα ιδέα για το πού ακριβώς πάω. Δεν ήξερα τι θέλω από αυτή τη δουλειά. Δεν είχα δει καν θέατρο πέρα από μια δύο παραστάσεις. Θυμάμαι δηλαδή μία παράσταση που είχε κάνει ο πατριός μου, το “Μαιτρ και Μαργαρίτα” του Μπουλγκάκοφ, μία διασκευή με μία Ρωσίδα ηθοποιό στα Γιάννενα.
Θέλω να πω πως γενικά το τι ήθελα μέσα από τη συγκεκριμένη δουλειά και γιατί μπήκα σε αυτή είναι ένα κομμάτι το οποίο ανήκει και λίγο σε ένα πεδίο πιο ανεξερεύνητο. Και μου αρέσει να το κρατάω έτσι ερμητικά κλειστό. Έχει κάτι μυστικιστικό αυτό. Αυτή είναι και η αντιμετώπιση που έχω απέναντι στο πώς μου έχουν έρθει τα πράγματα στη δουλειά μου. Δεν είμαι άνθρωπος που ασχολείται με τη μεταφυσική, αλλά κάπως κούμπωναν τα πράγματα και με προλάβαιναν πριν εγώ αποφασίσω για εκείνα.
Δε μου άρεσε η σχολή. Έλεγα “έτσι, αυτό είναι”; Όταν αποφοίτησα, αισθανόμουν χειρότερη από όταν μπήκα. Με δυσκόλεψε αυτό το πράγμα.
Εντός σχολής του Εθνικού ήμουν αρκετά απομονωμένη, γιατί δεν ήξερα και εγώ η ίδια πώς να τοποθετήσω τον εαυτό μου. Ήμουν σαν ούφο. Έχω κάνει πολύ καλές σχέσεις με ανθρώπους της δουλειάς μου, αλλά στην πορεία, όχι στη σχολή. Δε μου άρεσε η σχολή. Έλεγα “έτσι, αυτό είναι”; Όταν αποφοίτησα, αισθανόμουν χειρότερη από όταν μπήκα. Με δυσκόλεψε αυτό το πράγμα. Όταν, ωστόσο, συναντιόμουν με ανθρώπους, έβλεπα πως ίσως αυτό το πράγμα με ενδιαφέρει. Πολλά που μου συνέβησαν δεν τα κυνήγησαν καν. Δεν ξέρω, αν ήταν συγκυρίες. Αλλά κάπως άρχισα να συναντιέμαι με ανθρώπους και μέσα από αυτούς να βρίσκω τον χώρο αυτού που θέλω εγώ να κάνω. Ήταν σαν να χτίζεται κάτι σιγά σιγά. Ειναι σαν να μην έχω ξεκινήσει με ένα όραμα, σαν να πλάθω το όνειρο στην πορεία του πράγματος. Σαν να συμπληρώνεται ένα παζλ.
Η πρώτη συνάντηση που με μετακίνησε ήταν με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό. Και στο σινεμά με τον Γιάνναρη. Αυτοί οι δύο άνθρωποι, δύο συναντήσεις σε πολύ κοντινές εποχές. Μέσα από τον Μιχαήλ είπα “ώπα, εδώ κάτι βρίσκω. Έναν άλλον κόσμο που συναντιέται με κάτι δικό μου.”
Αν δεν είχες γίνει ηθοποιός;
Δεν ξέρω. Μου αρέσει να κάνω πολλά πράγματα, να μαγειρεύω, να μαζεύω μανιτάρια, να περπατάω. Αλλά ξέρεις κάτι; Και τώρα που μου λες πως είμαι ηθοποιός σαν επάγγελμα δυσκολεύομαι να το πιστέψω, γιατί αυτός είναι ο τρόπος που ζω. Έχω ίσως μία ανώριμη στάση απέναντι στο επαγγελματικό μου κομμάτι. Ευτυχώς που ζω από αυτό, δεν λες;
Αγχώνεσαι για το τι θα κλείσεις την επόμενη σεζόν;
Είμαι ένας άνθρωπος που είναι πολύ στο τώρα. Δε σκέφτομαι ποτέ ότι θέλω να αγοράσω ένα σπίτι, ή να βγάλω πολλά χρήματα. Αγχώνομαι και για το πώς θα ζήσω, αλλά περισσότερο για το πώς θα διαχειριστώ τον εαυτό μου χωρίς να δουλεύω. Αυτό το κομμάτι μου είναι πολύ πιο έντονο. Φυσικά δεν θα έχω να φάω, αλλά δε με απασχολεί και τόσο αυτό…
Φέρεις μια ταμπέλα πως είσαι πιο ζόρικη ως ηθοποιός και ως γυναίκα…
Δεν ξέρω γιατί. Είμαι βούτυρο τελείως στην πραγματικότητα, καμία σχέση με ζόρικη. Το ξέρω πως δίνω μια τετοια εντύπωση, αλλά μάλλον είναι κάτι ενεργειακό. Δεν είμαι… βγάζω κάτι προς τα έξω προφανώς, αλλά μάλλον είναι άμυνα.
Ποια είναι η δική σου Σεροτονίνη;
Το περπάτημα. Μπορεί να καίγεται το σύμπαν γύρω μου, αλλά όταν περπατώ αισθάνομαι πως κάνω ψυχοθεραπεία. Σαν να φεύγω και να αφήνω πράγματα πίσω μου. Το όνειρό μου είναι να ξεκινήσω μια μέρα και να φτάσω κάπου…δεν ξέρω πού. Για να καταλάβεις, είχαμε ξεκινήσει από τα Γιάννενα με δύο φίλους και για μία εβδομάδα περπατούσαμε, φτάσαμε μέχρι Πάργα. Σταματούσαμε, όπου θέλαμε και κοιμόμασταν. Χθες πήγα από τα Εξάρχεια στον Υμηττό με τη Φωφώ (το σκύλο της) και ήταν τρομερό. Δεν οδηγώ, δεν κάνω τίποτα, ό,τι μπορώ με τα πόδια. Μου φαίνεται απελευθερωτικό. Μου ανεβάζει πολύ και την ενέργεια.
Στην Αθήνα ανακαλύπτω γειτονιές, ανθρώπους, νιώθω σαν θεατής μιας ταινίας. Η αγαπημένη μου διαδρομή είναι να περνώ από πλατεία Βάθης, Κολωνό και να φτάνω μέχρι το πάρκο Τρίτση. Στη φύση νιώθω πως ενώνομαι με κάτι άλλο. Ναι μεν παρατηρώ το περιβάλλον γύρω μου, αλλά μπαίνω μέσα, είναι σαν να γίνομαι ένα με αυτό. Α, και μου αρέσει πολύ το βουνό. Δεν μου αρέσει η θάλασσα. Μου έχει δημιουργηθεί από μικρή κάτι νομίζω, ίσως αυτό που μετρούσαν τα μπάνια και ο ψυχαναγκασμός των καλοκαιρινών διακοπών. Δεν θέλω μπάνια και ηλιοθεραπείες ρε παιδί μου, προτιμώ μια βουτιά στο ποτάμι. Τα ταξίδια επίσης με χαλαρώνουν πολύ. Το πιο ωραίο που έχω κάνει είναι όταν ταξίδεψα με έναν φίλο με αυτοκίνητο σε όλη τη Μαύρη θάλασσα, Βουλγαρία, Ρουμανία. Έχω πάει και σε μέρη πιο μακρινά, αλλά μου άρεσε το οδοιπορικό αυτό, γιατί σταματούσαμε όπου θέλαμε. Μισώ τα gps και το το πρόγραμμα…
ΚΑΙ Η ΣΕΡΟΤΟΝΙΝΗ ΤΟΥ ΟΥΕΛΜΠΕΚ
Η Σεροτονίνη είναι ένα έργο άκρατου κυνισμού, ακραίου χιούμορ και σαρκασμού για την πολιτική παρακμή του σύγχρονου κόσμου, που εξασθενεί το σώμα και την ψυχή. Ματαιωμένοι άνθρωποι σε έναν ματαιωμένο κόσμο, σκληρό, ανελέητο για τους αδύναμους, που δεν τηρεί σχεδόν ποτέ τις υποσχέσεις του. Σε μια παρακμασμένη Ευρώπη καθένας είναι ερήμην δυστυχής και η κατάθλιψη είναι μια εν δυνάμει συνθήκη, που επιβάλλεται από μια τοξική κοινωνία.
Είναι ένα μικρό λευκό χάπι, οβάλ, με μία εγκοπή στη μέση. Δεν δημιουργεί, ούτε μεταμορφώνει. Ερμηνεύει. Ό,τι ήταν οριστικό, το κάνει παροδικό. Ό,τι ήταν αναπόφευκτο, το κάνει απλώς πιθανό. Δίνει μία νέα ερμηνεία της ζωής, -λιγότερο πλούσια, πιο τεχνητή, με μία ορισμένη ακαμψία (απόσπασμα από το βιβλίο του Ουελμπέκ, Σεροτονίνη).
Την παράσταση την είχα δει λίγες ημέρες πριν τη συνέντευξη και -για ακόμη μία φορά- είχα εντυπωσιαστεί από την υποκριτική της βαρύτητα, το αστείρευτο πηγαίο ταλέντο της και την ικανότητά της να μαγνητίζει.
Πώς συνδέεται η Σεροτονίνη με το σήμερα, που η κατάθλιψη είναι πανταχού παρούσα;
Ναι, αυτό είναι ένα θέμα που ισχύει σε παγκόσμιο επίπεδο εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Και βεβαια καλά κάνουν όσοι χρειάζονται κάποια θεραπεία και παίρνουν. Δεν το συζητώ αυτό. Απλώς δεν έχω καταλάβει, πότε το χρειάζεται κάποιος πραγματικά. Με τρομάζει όλο αυτό, παρόλο που είμαι ένας άνθρωπος που έχω πάρει αγωγή. Από τη μία ναι, καταλαβαίνω πως είναι κάτι πολύ φυσιολογικό, από την άλλη με προβληματίζει αν το χρειάζομαι στα αλήθεια ή έχω φτιάξει μία εικόνα για τον εαυτό μου που το χρειάζομαι. Έχει αλλάξει τελείως ο τρόπος που βλέπουμε τον εαυτό μας μέσα σε όλο αυτό. Μήπως, τελικά νομίζουμε πως είμαστε καταθλιπτικοί;
Γιατί πάντα υπήρχε η καταθλιψη. Tα ψυχικά νοσήματα άλλωστε πάνε μαζί με τον άνθρωπο. Αλλά σκέφτομαι για παράδειγμα η περιοδοντίτιδα είναι μια ασθένεια στα δόντια που έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια και υπάρχουν πια οδοντίατροι με τη συγκεκριμένη ειδικότητα. Δεν υπήρχε πριν η περιοδοντίτιδα; Βέβαια και υπήρχε, απλώς δεν είχε όνομα. Με τρομάζει πως όταν κάτι παίρνει όνομα, ξαφνικά υφίσταται. Eίναι πια σαν να ανακαλύπτεις για πρώτη φορά αυτό το πράγμα. Και επειδή ανακαλύπτεις το όνομά του, αποκτά υπόσταση και μετά έιναι σαν να σε κυνηγάει… Και το λέω αυτό περισσότερο για το πώς το διαχειρίζεσαι μετά και για το πώς το τοποθετήσεις σε σχέση με σένα και την πραγματική σου ύπαρξη.
Οι ήρωες του Ουελμπέκ είναι σύγχρονοι;
Εξαρτάται το με ποια έννοια εννοούμε την έννοια σύγχρονος άνθρωπος. Ναι, είναι ο σύγχρονος άνθρωπος που θέλει να συναντήσει μια πιο πρωτόγονη μορφή του και που έχει τη δυνατότητα να στέκεται απέναντι με το πιο ζωικό του κομμάτι.
Ο Φλοράν, ο κεντρικός ήρωας το κάνει;
Ναι, αν παρατηρήσεις όλα εκείνα τα σημεία που μιλά για το τι είναι ο άνθρωπος, τι σημαίνει ευτυχία. Έχω την αίσθηση πως είναι ένας σύγχρονος άνθρωπος, ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με τα πιο βαθιά και ακατέργαστα πράγματα που κουβαλά η ύπαρξη του ανθρώπου, σαν ζώο. Και όσο πιο πολιτισμικά αναπτυγμένος είναι κάποιος, τόσο πιο πολύ έρχεται κόντρα με αυτό το κομμάτι. Το βλέπει πιο έντονα, κάπως τον απασχολεί και συναντιέται με αυτό συνέχεια. Είναι σαν βλέπεις όλα σου τα ένστικτα, αλλά και ότι έχεις δημιουργήσεις για να τα ελέγχεις.
Ο Φλοράν στο έργο είναι θεατής της ίδιας του της ζωής σ΄ένα τηλεοπτικό σόου στην παράσταση. Πώς τη ζούμε σήμερα τη ζωή μας με τα social media;
Η θέαση είναι ένας τρόπος να ζούμε. Να είμαστε θεατές της ζωής μας. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν έχει καμία σχέση με τα social media. Τα σιχαίνομαι. Στην καραντίνα έπαθα σοκ. Ήμουν στο facebook και οι θεωρίες που διάβαζα του καθενός, ο τρόπος που προβάλλει τον εαυτό του με σόκαραν και προκειμένου να μου μείνει η καλή εικόνα κάποιων ανθρώπων που έχω συναντήσει, βγήκα τελείως. Δεν είμαι για τα social media. Ξέρω και αναγνωρίζω την καλή πλευρά τους, αλλά τα αρνητικά τους είναι πολύ πιο μεγεθυμένα για μένα. Για κάποιους, ο τρόπος που εμπλέκονται με τα social, είναι ο τρόπος να ζουν. Δηλαδή έχει σημασία από ποια σκοπιά βλέπεις κάποια πράγματα. Μπορεί για ένα νέο παιδί αυτός να είναι ο τρόπος ζωής του. Εγώ που είμαι απ’ έξω το κρίνω, αλλά δε με αφορά. Βουτάνε και αυτοί στη ζωή, αλλά με έναν άλλο τρόπο. Άλλωστε δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος κανόνας για το πώς πρέπει να ζει ένας άνθρωπος.
Η πανδημία;
Μου είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω για όλο αυτό. Μάλλον θα μπορέσω να μιλήσω, αφού περάσει. Φυσικά και δυσκολεύτηκα, μερικές φορές σκέφτηκα πως ερχόταν το τέλος του κόσμου, φυσικά και τρόμαζα, αλλά αυτό που βλέπω τώρα είναι πως κάπως επαναπροσδιοριζόμαστε. Εγώ τουλάχιστον έτσι το βίωσα. Ήμουν ένας άνθρωπος που δεν μπορούσε να μείνει μόνος του πολύ και εκ των πραγμάτων το έκανα. Κάπως ηρθα αντιμέτωπη με κάποια πράγματα άλλα. Πάντα πιστεύω, πως όταν στριμώχνονται τα πράγματα, κάτι σε μετατοπίζει από αυτό που σε βολεύει και αυτό μπορεί να κάνει καλό. αλλά είναι όλο αυτό πάρα πολύ σύνθετο. Το ότι αντέχω τον εαυτό μου είναι κάτι σπουδαίο. Δεν ξέρω αν το έκανε η πανδημία ή ήταν μία συγκυρία για μένα, αλλά έγινε.
Η ηρωίδα που ενσαρκώνεις, η Καμίρ, παντρεύτηκε τον Φλοράν, δεν είχε φανταστεί ποτέ πως δεν είναι αυτός που φαίνεται, πώς είναι ο άγνωστος δολοφόνος του παιδιού της;
Το θέμα είναι το πώς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα. Η Καμίρ είναι σαν να είναι σαν έχει μπει σε ένα τρένο και πηγαίνει…Αυτό που της συνέβη είναι τόσο ακραίο που δεν μπορείς καν να το διανοηθείς. Με τον Φλοράν είχαν συναντηθεί πολλά χρόνια πριν και η πιο αντικειμενική της άποψη για τον Φλοράν είναι η πρώτη τους συνάντηση που άφησε και τα κατάλοιπα ζήλειας, αυτά που τον οδήγησαν μετά να δολοφονήσει κρυφά το παιδί της. Όταν ξανασυναντήθηκαν και παντρεύτηκαν, αυτός απλώς της έδωσε αυτό που χρειαζόταν, αυτό που ήθελε.
Αρα δεν ξέρουμε ποτέ ποιον έχουμε δίπλα μας;
Νομίζω πως όχι στα αλήθεια. Εδώ δεν ξέρουμε εμείς ποιοι είμαστε. Είναι καλύτερα να πορεύεσαι με δεδομένο πως δεν ξέρεις ποιος είναι ο άλλος, παρά να προσπαθείς να διασφαλίσεις τον εαυτό σου πως ξέρεις ποιος είναι ο άλλος. Στη δεύτερη περίπτωση πληγώνεσαι περισσότερο. Δεν εννοώ να είσαι καχύποπτος, αλλά υπάρχουν στους ανθρώπους κομμάτια που ποτέ δεν πρόκειται να μάθεις.
Έτσι είσαι και εσύ; Κάνεις μία σχέση σκεπτόμενη το χειρότερο για να μην πληγωθείς;
Κάνω κάτι ακόμη πιο σύνθετο. Η σκέψη αυτή με ακολουθεί, αλλά είναι σαν να προσπαθώ να αποδείξω πρώτα πως υπάρχει το τέλειο, πως αυτό που μπορεί να κρατήσει για πάντα, αλλά υπάρχει και ο διάολος εδώ που οι ίδιοι καταστρέφουμε αυτό που χτίζουμε. Έχω κάτι φοβερά αντιφατικό. Ενώ υπάρχει ένα πολύ ρομαντικό μου κομμάτι που έρχεται στη συνάντηση. Αφού γίνει η συνάντηση, κάνω τα πάντα για να αποδείξω πως δεν ισχύουν οι συναντήσεις. Αλλά αυτό είναι δικό μου και δεν είναι και πολύ εύκολο, γι’ αυτό είμαι και μόνη μου εξάλλου.
Φοβάσαι τους άλλους;
Ναι, αλλά από την άλλη με ελκύουν οι φόβοι μου, κάτι γίνεται και εκεί με τη Σεροτονίνη μου και νομίζω πως κάθε συνάντηση είναι πολύ επικίνδυνη. Οπότε πάω και συγκρούομαι για να αποδείξω πως δεν υπάρχει αυτός ο φόβος…Με τους φίλους μου, ωστόσο, συνδέομαι διαφορετικά.Έχω άλλου είδους εμπιστοσύνη.
Η οικογένειά σου πού είναι τοποθετημένη για σένα; Αυτό που αισθάνεσαι εσύ σαν οικογένεια…
Είναι η μητέρα μου, οι γονείς μου, οι φίλοι μου. Και αυτή τη σχέση της οικογένειας μέσα στα χρόνια τη διαπραγματεύομαι συνέχεια. Έχω μία πολύ έντονη σχέση με τη μητέρα μου. Αυτό καταλαβαίνω μεγαλώνοντας. Το οποίο και λίγο τρομακτικό. Είναι μία σχέση εξάρτησης περίεργη, παρόλο που δε μένουμε κοντά και με τρομάζει αυτό. Είχε αρρωστήσει πριν δύο χρόνια και διαλύθηκα. Δεν το περίμενα. Σαν να μου βγήκαν όλοι οι φόβοι μαζί. Δεν περίμενα αυτή τη διάλυση. Αν σου πω πώς έχω ζήσει, θα το καταλάβεις.
Εσύ να κάνεις δική σου οικογένεια το σκέφτεσαι;
Μπα, όχι. Μου φαίνεται πολύ δύσκολο. Νομίζω πως θα είμαι ανεπαρκής για ένα παιδί. Μου φαίνεται πάρα πολύ μεγάλο. Με φοβίζει η μητρότητα πάρα πολύ. Νιώθω πως δεν μπορώ να είμαι υπεύθυνη. Μετά σκέφτομαι και το άλλο. Δεν χρειάζεται να γίνουμε και όλοι γονείς. Και δεν ξέρω αν θα ήθελα να φέρω ένα παιδί σ΄αυτον τον κόσμο. Έχω μεγαλώσει πολύ ωραία και νιώθω πως περνάμε πλέον σε άλλη εποχή… Εγώ ήμουν τυχερή, έχω τρέξει μέσα στα χωράφια, με τα ζώα. Τώρα αυτό που ζούμε όλοι με τις μάσκες… όλο αυτό με φοβίζει.
Την κοινωνία μας πώς τη βλέπεις;
Ενώ βλέπω πως ενώ προχωράμε σε πράγματα, συναντώ όλο και πιο συντηρητικούς ανθρώπους. Αυτό έχει κατι φοβερά αντιφατικό μέσα. Ενώ ανοίγει η κοινωνία απέναντι σε πολλά θέματα, ξαφνικά βλέπω πολύ συντηρητικούς ανθρώπους.
Αυτό το κάνει ο φόβος πιστεύεις;
Είναι αυτό που λέγαμε, πως με το που ονομάζονται τα πράγματα, έρχεται και το πραγματικό πρόβλημα πιο έντονα. Όσο πιο ανοιχτοί και δεκτικοί γινόμαστε στα πράγματα, άλλο τόσο εμφανίζεται μπροστά μας και το πραγματικό πρόβλημα, που δεν είναι άλλο από τον συντηρητισμό μας. Και ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτόν πολυ έντονα και αυτό περιπλέκει τα πράγματα κοινωνικά.
Χρειάζεται μάλλον πολλή σεροτονίνη για να είμαστε καλά…
Προσωπικά λειτουργώ όπως και το θέατρο. Σαν να είμαι μέσα στη ζούγκλα και προσπαθώ να υπάρχω μέσα σε κάτι που τόσο άσχημο. Δεν υπάρχει κάποια παραίτηση σε όλο αυτό. Είναι απλώς το τοπίο έτσι. Για μένα, για σένα μπορεί να είναι κάτι άλλο. Το τοπίο του καθένα, πώς το βλέπει. Είμαι ο τύπος που μέσα σε ένα πολύ άσχημο πράγμα προσπαθεί να δει κάτι ωραίο. Το μάτι μου θα πέσει σε ένα σημείο ωραίο ακόμη και μέσα στην ασχήμια. Ο τρόπος δηλαδή που βλέπω τα πράγματα είναι λειτουργικός, όχι ακυρωτικός.
Και το μέλλον;
Θα ήθελα να συνεχίσω να συναντιέμαι με ανθρώπους στη δουλειά μου. Οι συναντήσεις έχουν σημασία για μένα. Κάθε φορά που κάνω κάτι, νομίζω πως είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Βρίσκω απόλαυση σ΄αυτό. Καθόλου λοιπον δεν σκέφτομαι το μέλλον.
Ιnfo: Δραματουργία|Σκηνοθεσία: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Δέσποινα Αναστάσογλου|Elephas tiliensis/Σκηνικά|Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού/Μουσική|Video: Θωμάς Μπέλτσιος/Σχεδιασμός φωτισμών: Ναυσικά Χριστοδουλάκου/Επιμέλεια κίνησης: Σοφία Μαυραγάνη/Βοηθός σκηνοθετών: Μαρία Γκιώνη/Παίζουν: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Μαρία Γκιώνη, Μαρία Κωνσταντάκη, Άρης Λάσκος, Θεοδώρα Τζήμου. Ενίοτε Special guest: Δήμητρα Βλαγκοπούλου/Μουσικός επί σκηνής: Θωμάς Μπέλτσιος/ Μέρες παραστάσεων: Κάθε Δευτέρα, Τρίτη, Σάββατο και Κυριακή έως 8 Φεβρουαρίου/Ώρα: 21.00/Τιμές εισιτηρίων: 15€ κανονικό, 12€ φοιτητικό, ανέργων, 65+, ΑμΕΑ/Κάμιρος: Ιθάκης 32, Κυψέλη/Τ: 2117251384, 6989945228/Η παράσταση είναι κατάλληλη για θεατές άνω των 18 ετών./Το μυθιστόρημα Σεροτονίνη του Μισέλ Ουελμπέκ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ.
Πηγή: news247.gr