Οι δεσμοί με τους γονείς και το ταμπεραμέντο του βρέφους επηρεάζουν τη ψυχική του υγεία.
Σύμφωνα με τη σύγχρονη ψυχολογία, τα βρέφη που αντιδρούν συχνά στα μη οικεία αντικείμενα, στις νέες καταστάσεις και τους νέους ανθρώπους θεωρούνται ότι έχουν ένα ιδιαιτέρα ταμπεραμέντο. Καθώς τα παιδιά αυτά μεγαλώνουν μπορεί να συνεχίσουν να έχουν δυσκολία όταν βρίσκονται μπροστά σε νέες εμπειρίες ή όταν γνωρίζουν νέους ανθρώπους. Τα παιδιά με αυτά χαρακτηριστικά μπορεί να έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν προβλήματα άγχους καθώς μεγαλώνουν.
Μια νέα έρευνα δείχνει ότι αυτή η δυσκολία στη συμπεριφορά, όταν επιμένει στην περίοδο της παιδικής ηλικίας σχετίζεται με κοινωνικό άγχος στην εφηβεία. Ωστόσο, αυτό είναι αλήθεια μόνο για τους νέους που έχουν έναν ανασφαλή δεσμό με τους γονείς τους ως βρέφη.
Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή είναι μια από τις πιο συχνές ψυχιατρικές διαταραχές στα παιδιά και τους εφήβους και η επικράτησή της είναι περίπου 5.5% ανάμεσα στα παιδιά ηλικίας 13 έως 18 ετών.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Maryland σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Waterloo και δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Child Development. Η ερευνητές μελέτησαν 165 παιδιά από την ηλικία των 4 μηνών μέχρι και την εφηβεία.
Στους 14 μήνες, οι μελετητές παρατήρησαν την αντίδραση των βρεφών μετά από έναν σύντομο αποχωρισμό από τους γονείς τους. Τα βρέφη κατατάχθηκαν είτε ως έχοντα ασφαλή ή μη ασφαλή δεσμό (με τους γονείς τους). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παρατήρησης, τα βρέφη «ασφαλούς δεσμού» ξεκινούσαν την επαφή με τους γονείς τους μετά το χωρισμό και ακόμα και αν ήταν αναστατωμένα, ηρεμούσαν όταν οι γονείς τους επέστρεφαν. Τα παιδιά με «ανασφαλή δεσμό» είτε αγνοούσαν ή απέφευγαν τους γονείς τους όταν εκείνοι επέστρεφαν μετά το χωρισμό και ήταν πολύ θυμωμένα και δεν μπορούσαν να ηρεμήσουν.
Παράλληλα, οι μελετητές κατέγραψαν τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής συμπεριφοράς των παιδιών απέναντι σε νέες καταστάσεις μέσα σε βάθος χρόνου. Η έρευνα βρήκε ότι τα παιδιά που είχαν «ανασφαλή δεσμό» με τους γονείς τους ως βρέφη και που είχαν δυσκολία στην κοινωνική συμπεριφορά από την βρεφική ηλικία συνέχισαν να έχουν υψηλότερα επίπεδα άγχους ως έφηβοι. Μάλιστα, το μεγαλύτερο ρίσκο για ενδεχόμενο πρόβλημα κοινωνικής αγχώδους διαταραχής είχαν οι άρρενες έφηβοι.
Επιπλέον, η συσχέτιση μεταξύ της δυσκολίας στην κοινωνική συμπεριφορά και της κοινωνικής φοβίας ήταν πιο έντονη για τα παιδιά που αντιδρούσαν με θυμό και δεν μπορούσαν να ησυχάσουν όταν επέστρεφαν οι γονείς τους. Σύμφωνα με το μέλος της ερευνητικής ομάδας Erin Lewis-Morrarty, «Η έρευνα μας δείχνει ότι ο συνδυασμός των πρώιμων παραγόντων κινδύνου μπορεί να προβλέψει την εμφάνιση αγχώδους διαταραχής στην εφηβεία και μπορεί να μας βοηθήσει να διαμορφώσουμε την πρόληψη και την θεραπεία της κοινωνικής αγχώδους διαταραχής στην εφηβεία εντοπίζοντας τους ειδικούς εκείνους παράγοντες που αυξάνουν το ρίσκο».
Πηγή: www.sciencedirect.com