Η παρουσία της κατάθλιψης σε συναισθηματικό επίπεδο σημαίνει ότι το πρόσωπο νιώθει ένα υπαρξιακό κενό, αδιάκοπη λύπη, αβάσταχτη μοναξιά, έλλειψη ενεργητικότητας να κάνει οτιδήποτε. Είναι έντονη η ανηδονία, δηλαδή, δεν μπορεί να αντλήσει ικανοποίηση από δραστηριότητες, ανθρώπους και καταστάσεις που πριν του ήταν ευχάριστα, όπως για παράδειγμα επαγγελματική δραστηριότητα, οικογενειακές και κοινωνικές δραστηριότητες κ.α.
Δεν υπάρχει επιθυμία για τίποτα, το ενδιαφέρον για κάθετι είναι απόν και αποφεύγει να πάρει πρωτοβουλίες. Υπάρχει μία διάχυτη αίσθηση ενοχής, οι πράξεις και οι σκέψεις είναι μία συνεχής πηγή απογοήτευσης και αυτομομφής.
Το άτομο βιώνει τον εαυτό του ανάξιο και ανεπαρκή σε πράγματα που του είναι σημαντικά, όπως η ευφυϊα, η επιτυχία, η υγεία και η ισχύς.
Η εικόνα που έχει ένας άνθρωπος με κατάθλιψη για τον εαυτό του χαρακτηρίζεται από τα πέντε «α» (και όλα στερητικά): απόγνωση, απελπισία, ανημπόρια, αβοηθησία και ανεπάρκεια.
Σε πνευματικό-διανοητικό επίπεδο δημιουργείται έντονη απαισιοδοξία. Το πρόσωπο με κατάθλιψη αντιλαμβάνεται όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και όλο τον κόσμο με αρνητικό τρόπο. Υπάρχει η ισχυρή πεποίθηση ότι στην ουσία τα πράγματα πάντα έτσι ήταν στο παρελθόν και έτσι θα συνεχίζουν να είναι και στο μέλλον.
Αυτό που μπορεί να διακρίνει σε όλο το διάβα της ζωής του είναι μόνο το κενό και ατελείωτα βάσανα. Υπάρχει μία γενικότερη τάση να διαστρεβλώνει τα γεγονότα. Οτιδήποτε προκύπτει στην ζωή του το ερμηνεύει ως αποτέλεσμα αποκλειστικά δικής του αποτυχίας και ευθύνης.
Το άτομο οραματίζεται το μέλλον του γεμάτο αρνητικές προσδοκίες. Μηρυκάζει συνεχώς τις σκέψεις του γύρω από γεγονός ότι έχει πολύ λίγη ενέργεια ή κίνητρα για να κάνει οτιδήποτε. Όμως, καμία από αυτές τις σκέψεις δεν συνοδεύεται από οποιαδήποτε συγκεκριμένη δράση που θα μπορούσε να καταλαγιάσει το πρόβλημα.
Σε σωματικό επίπεδο, επηρεάζονται οι νευροφυτικές λειτουργίες, υπάρχει δυσκολία στον ύπνο. Ο άνθρωπος που έχει κατάθλιψη μπορεί να δυσκολεύεται να αποκοιμηθεί, ο ύπνος του να είναι διακοπτόμενος ή αντίθετα να κοιμάται πολλές ώρες, χωρίς να νιώθει το αίσθημα της ξεκούρασης.
Συνήθως, υπάρχει πολύ αρνητική διάθεση το πρωί όταν ξυπνά, η οποία βελτιώνεται καθώς περνά η μέρα. Επίσης, εκδηλώνονται αλλαγές στην όρεξη, είτε υπό τη μορφή του «περισσότερο» (βουλιμία), είτε του «λιγότερο» (ανορεξία). Το άτομο δεν μπορεί πια να ευχαριστηθεί την ζωή.
Για την διάγνωση της κατάθλιψης είναι απαραίτητο να συνυπάρχουν όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Το να νιώθει κάποιος το αίσθημα της λύπης, ανασφάλεια και μία γενικότερη απαισιοδοξία δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχει κατάθλιψη. Η έννοια της κατάθλιψης χρησιμοποιείται συχνά καταχρηστικά, τόσο στον δημόσιο όσο και στον καθημερινό λόγο.
Η κατάχρηση αυτή τις περισσότερες φορές δεν είναι συνειδητή, δεν παύει όμως να έχει παραπλανητικές συνέπειες. Για αυτό τον λόγο, η διαπίστωση της ύπαρξής της, αλλά και η θεραπευτική της αντιμετώπιση, είναι αρμοδιότητα ενός ειδικού, καθώς δεν υπάρχει μία διάγνωση, ούτε μία μοναδική θεραπεία που να δίνει τις απαντήσεις σε κάθε πρόβλημα.
”Ο διαγνωστικός – θεραπευτικός ρόλος του ειδικού”
υπερβαίνει τους συχνά στερεοτυπικούς χαρακτηρισμούς περί καταθλιπτικής διάθεσης που ακούμε γύρω μας και προσφέρει μία όσο το δυνατόν ακριβέστερη εκτίμηση της σοβαρότητας του προβλήματος και των θεραπευτικών παρεμβάσεων που είναι κατάλληλες για αυτό.
Το κλειδί για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης δεν είναι η έντρομη υποχώρηση μπροστά στην εμφάνιση του προβλήματος, αλλά η είσοδος σε μία θεραπευτική συμμαχία όπου ο θεραπευόμενος και ο ειδικός αντιμετωπίζουν από κοινού αποτελεσματικά το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις.
Η Μάρω Μπέλλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια. Κατά την κλινική της πρακτική ακολουθεί την αυτοσχεδιαστική μέθοδο. Έχει λάβει ειδίκευση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, έχει εμβαθύνει με διατριβή στην Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην Ψυχανάλυση.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο της με τίτλο: «Ο γκατζετ-Eros: ο έρωτας στα χρόνια της τεχνολογίας» από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: http://www.marobellou.gr/el/)