Ο ύπνος είναι ένα φυσιολογικό και αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας. Όλα τα όντα έχουν ανάγκη για ύπνο και αυτό γιατί κατά τον ύπνο πραγματοποιούνται ποικίλες διεργασίες απαραίτητες για τον οργανισμό.
Ακόμα οι ερευνητές αναζητούν την αναγκαιότητα του ύπνου και το ρόλο που παίζει στην ψυχική και σωματική υγεία του ατόμου. Οι περισσότερες απόψεις συγκλίνουν ότι κατά τον ύπνο πραγματοποιείται – μία διορθωτική λειτουργία του οργανισμού – και βοηθάει στη διατήρηση της ενέργειας.
Ο ύπνος είναι μία επαναλαμβανόμενη κατάσταση ηρεμίας του οργανισμού όπου παρουσιάζει και αύξηση της ανταπόκρισης σε εξωτερικά ερεθίσματα σε σχέση με την κατάσταση εγρήγορσης. Οι ανάγκες του ύπνου ποικίλουν από άτομο σε άτομο αλλά και ανάλογα με την ηλικία. Έτσι όσο μικρότερη η ηλικία τόσο μεγαλύτερες οι ανάγκες για ύπνο.
Ένα μωρό έχει ανάγκη (14 ώρες ύπνου), ενώ το ίδιο παιδί κατά τη σχολική ηλικία έχει ανάγκη 10 ώρες ύπνου, στην εφηβεία και την ενηλικίωση (8 ώρες) και καθώς το άτομο οδηγείται στην τρίτη ηλικία έχει ανάγκη από λιγότερες ώρες ύπνου και αρκετές φορές την ημέρα. Οι ανάγκες για ύπνο διαφοροποιούνται και με την ιδιοσυγκρασία του ατόμου καθώς μερικοί χρειάζονται λιγότερο από 6 ώρες ύπνου ενώ άλλοι περισσότερο από 9 ώρες ύπνου.
«Οι ανάγκες για ύπνο μεταβάλλονται όταν μεταβάλλεται και η σωματική κόπωση, η πνευματική κόπωση, στην ασθένεια, σε εγκυμοσύνη, και σε ψυχικό στρες…»
Προβλήματα Ύπνου:
Σχεδόν όλοι περιστασιακά υποφέρουμε από αϋπνίες, ή εφιάλτες. Ο μέσος άνθρωπος θα παρουσιάσει κάποιο από τα προβλήματα ύπνου τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του ως αποτέλεσμα άγχους. Οι διαταραχές ύπνου είναι ποικίλες μερικές από αυτές είναι:
– υπερυπνία (αυξημένη ανάγκη για ύπνο, δυσκολία πρωινής έγερσης)
– διαταραχή εφιαλτών
– διαταραχή υπνολαλίας
– υπνοβασίας
– διαταραχή ενύπνιων τρόμων (αφυπνίσεις στο πρώτο 1/3 της νύχτας με εκδηλώσεις έντονου άγχους και τρόμου που μπορεί να φτάσει στα όρια του πανικού)
– αϋπνία.
Αϋπνίες
Η αϋπνία είναι ένα από τα πιο συχνά αναφερόμενα προβλήματα ύπνου. Τουλάχιστον το 1/3 των ενηλικών θα παρουσιάσει αϋπνία κάποια στιγμή της ζωής του.
Η αϋπνία αφορά την δυσκολία – στην έναρξη του ύπνου ή τη δυσκολία στη διατήρησή του – με αποτέλεσμα τις συνεχείς αφυπνίσεις κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Το άτομο που υποφέρει από αϋπνία νιώθει ότι δεν ξεκουράζεται αρκετά με αποτέλεσμα να μεθοδεύει πολύ τον ύπνο του, να προσπαθεί να κοιμηθεί επαρκώς και τελικά να μην το πετυχαίνει με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η δυσφορία και το άγχος του.
Η αϋπνία έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στη διάθεση όσο και στην εγρήγορση του ατόμου καθώς το άτομο παραπονιέται για: κούραση, δυσκολία συγκέντρωσης, φτωχότερη μνήμη – είναι ευερέθιστο – μειώνεται η απόδοση και η παραγωγικότητά του όπως και η ικανοποίηση και η ευχαρίστηση από την καθημερινή του ζωή.
Για να θεωρηθεί ότι κάποιος υποφέρει από αϋπνία, το πρόβλημα πρέπει να υπάρχει για τουλάχιστον 1 μήνα…
Από τι προκαλείται…;
Οι διαταραχές του ύπνου μπορεί να είναι ένδειξη ή σύμπτωμα ψυχικών ή σωματικών προβλημάτων. Σε ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο η αϋπνία μπορεί να σχετίζεται με πολλές ψυχικές διαταραχές. Η πιο συνήθης αιτία είναι το άγχος και η κατάθλιψη.
Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα το άτομο που υποφέρει από αϋπνίες μπορεί να μην περιγράφει ότι έχει άγχος κατά τη διάρκεια της ημέρας και αυτό γιατί το άγχος του διοχετεύεται μέσα από τον ύπνο.
Επιπλέον, η αϋπνία μπορεί να εμφανίζεται σε περιόδους αγχογόνες για το άτομο (όπως σε έντονο στρες, σε πένθος, όταν υπάρχουν περιβαλλοντικές αλλαγές), ενώ μπορεί να μειώνεται ή να εξαφανίζεται όταν απουσιάζουν τα αγχογόνα ερεθίσματα. Η αϋπνία μπορεί να είναι και σύμπτωμα:
- κατάθλιψης
- διαταραχής μετατραυματικού στρες
- αλλά και άλλων ψυχοσυναισθηματικών προβλημάτων.
Σε όλες αυτές τις καταστάσεις το άτομο περιγράφει επίμονες σκέψεις, αίσθημα ανησυχίας που εμποδίζουν την έλευση του ύπνου, ενώ η αφύπνιση συνοδεύεται και αυτή από δυσφορία και έντονο άγχος. Η παρουσία χρόνιων αϋπνιών μπορεί να επιφέρει – κατάθλιψη – λόγω της επιβάρυνσης του ατόμου από την ύπαρξη του αρχικού προβλήματος.
Θεραπεία
Είναι καλό να διερευνήσει κάποιος το πρόβλημα ύπνου του, εφόσον αυτό είναι επίμονο και διαρκεί περισσότερο από ένα μήνα.
Εφόσον οι διαταραχές ύπνου μπορεί να σχετίζονται και με οργανικά συμπτώματα, είναι καλό να γίνει ιατρική διερεύνηση ώστε να αποκλειστούν οι οργανικές αιτίες και στη συνέχεια το άτομο να απευθύνεται σε κάποιο ειδικό ψυχικής υγείας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις συνιστάται η φαρμακοθεραπεία ώστε το άτομο να βοηθηθεί και να επαναρυθμιστεί ο ύπνος του. Ενώ η παράλληλη ψυχοθεραπευτική παρέμβαση μπορεί να είναι βοηθητική ώστε να διερευνηθούν και να επιλυθούν οι λόγοι που οδηγούν στην αϋπνία.
Η – συμπεριφοριστική θεραπεία – φαίνεται να είναι η πιο βοηθητική στα προβλήματα αϋπνίας καθώς βοηθάει το άτομο να αποκτήσει ένα ορθότερο πρόγραμμα ύπνου- εγρήγορσης, αλλά και του προσφέρει αρκετές τεχνικές που βοηθούν τη μυϊκή χαλάρωση, την αποβολή της σωματικής έντασης όπως και την μείωση της έντονης ροής σκέψεων.
Φαίνεται ότι το 60-80% των ατόμων βοηθούνται σημαντικά σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα με τη συμπεριφοριστική θεραπεία που είναι εστιασμένη σε θέματα ύπνου. Η γνωσιακή συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει τόσο στην αντιμετώπιση της αϋπνίας όσο και των συνοδών γνωσιακών συμπτωμάτων του άγχους ή της κατάθλιψης.
Γράφει η Ελπίδα Γεωργακοπούλου – Συμβουλευτική Ψυχολόγος/ Ειδική Παιδαγωγός. Πιστοποιημένη στην σχολική ψυχολογία και την λογοπαιδική αγωγή των μαθησιακών δυσκολιών καθώς και στην υποστήριξη και συμβουλευτική γονέων, παιδιών και οικογένειας.
Για περισσότερα επισκεφθείτε: (https://www.facebook.com/www.kuklosekfrasis.gr/)