Οι έρευνες δείχνουν ότι άνθρωποι με κατάθλιψη έχουν διπλάσιες πιθανότητες να καπνίσουν σε σχέση με όσους δεν έχουν και είναι λιγότερο πιθανό να διακόψουν επιτυχημένα το κάπνισμα.
Ο εμπλουτισμός των προγραμμάτων διακοπής καπνίσματος με στρατηγικές διαχείρισης του συναισθήματος μπορεί να βοηθήσει ανθρώπους με κατάθλιψη να παραμείνουν για περισσότερο καιρό μακριά από το κάπνισμα. Μια νέα μετα-ανάλυση των ερευνών στο περιοδικό The Cochrane Library, δείχνει ότι οι καπνιστές μπορούν να ωφεληθούν συνολικά από τις στρατηγικές διαχείρισης του συναισθήματος, μετά την διακοπή του καπνίσματος.
Σύμφωνα με την Regina van der Meer, ερευνήτρια στο Dutch Expert Centre on Tobacco Control, οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους καπνιστές-ασθενείς που υποφέρουν από κατάθλιψη, να αξιοποιήσουν παρεμβάσεις που περιλαμβάνουν και στοιχεία ψυχικής υποστήριξης.
Οι ερευνητές έκαναν σύγκριση ανάμεσα σε προγράμματα διακοπής καπνίσματος που περιελάμβαναν ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις, όπως η συμβουλευτική και ανάμεσα σε προγράμματα που χρησιμοποιούσαν βουβοπριόνη , ένα κλασικό αντικαταθλιπτικό που χρησιμοποιείται σε προγράμματα διακοπής του καπνίσματος.
Στην περίπτωση που το πρόγραμμα περιελάμβανε ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις , οι καπνιστές μπορούσαν να παραμείνουν στη διακοπή του καπνίσματος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Παρόλο που η βουβοπριόνη ήταν αποτελεσματική για τα άτομα με ιστορικό κατάθλιψης, δεν ήταν αποτελεσματική για ασθενείς που είχαν κατάθλιψη στο παρόν.
Ο Gregory L. Kirk, διευθυντής στο Rocky Mountain Psychiatry Consultants, επικυρώνει τα ευρήματα της έρευνας και τονίζει ότι οι καπνιστές με κατάθλιψη έχουν περισσότερα προβλήματα υγείας και περισσότερα προβλήματα από το κάπνισμα σε σχέση με καπνιστές που δεν υποφέρουν από κατάθλιψη. «Σε ένα κλασικό πρόγραμμα διακοπής του καπνίσματος, οι άνθρωποι με κατάθλιψη, είναι πιο πιθανό να έχουν περισσότερα στερητικά συμπτώματα (κυρίως αλλαγές στη διάθεση). Αλλά όταν οι καταθλιπτικοί ασθενείς διακόψουν το κάπνισμα , τα συμπτώματα της κατάθλιψης μπορεί στην πραγματικότητα να βελτιωθούν. Όλο αυτό μας βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα τις ομάδες υψηλού κινδύνου ανάμεσα στους καπνιστές και να εντοπίσουμε τι τους βοηθάει να διακόψουν το κάπνισμα» επισημαίνει ο ίδιος.
Πηγή: http://www.sciencedaily.com/