Νέα μελέτη δείχνει ότι ο θηλασμός για περισσότερους από τρεις μήνες διαμορφώνει το μικροβίωμα του εντέρου αλλά και της ρινικής κοιλότητας των βρεφών αποτελώντας «ασπίδα» ενάντια στην εμφάνιση άσθματος
Το μητρικό γάλα αποτελεί «προληπτικό φάρμακο» ενάντια στο παιδικό άσθμα. Αυτό έδειξε νέα μελέτη ερευνητών του Langone Health του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και του Πανεπιστημίου της Μανιτόμπα η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Cell».
Απαιτούνται τουλάχιστον τρεις μήνες θηλασμού
Συγκεκριμένα οι ερευνητές είδαν ότι ο θηλασμός για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών βοηθά στη σταδιακή ωρίμαση του μικροβιώματος (των μικροβίων που αποικίζουν τον ανθρώπινο οργανισμό) του πεπτικού συστήματος αλλά και της ρινικής κοιλότητας των βρεφών (που αποτελεί το πρώτο τμήμα του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος), μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο εμφάνισης άσθματος στην προσχολική ηλικία. Στον αντίποδα, η διακοπή του θηλασμού πριν από τους τρεις μήνες ζωής των βρεφών παρεμβαίνει στην ομαλή ανάπτυξη του μικροβιώματος και συνδέεται με μεγαλύτερο κίνδυνο άσθματος σε μικρή ηλικία.
Επιζήμια η πρόωρη εισαγωγή των μικροβίων
Ορισμένα συστατικά του μητρικού γάλακτος, όπως σύνθετα σάκχαρα που ονομάζονται ολιγοσακχαρίτες του μητρικού γάλακτος, μπορούν να διασπαστούν μόνο με τη βοήθεια συγκεκριμένων μικροβίων. Τα μωρά που σταματούν να θηλάζουν πριν από τους τρεις μήνες ζωής τους και βασίζονται αποκλειστικά σε σίτιση με ξένο γάλα, αποικίζονται από διαφορετικά μικρόβια σε σύγκριση με τα μωρά που συνεχίζουν να θηλάζουν – συγκεκριμένα από μικρόβια που βοηθούν στην πέψη των συστατικών του ξένου γάλακτος. Παρότι πολλά από τα μικρόβια που υπάρχουν σε αφθονία στο ξένο γάλα καταλήγουν να υπάρχουν στον οργανισμό όλων των βρεφών, η ερευνητική ομάδα έδειξε ότι όταν αυτά τα μικρόβια εισαχθούν νωρίς στον οργανισμό των μωρών συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο άσθματος.
«Οπως ένας βηματοδότης ρυθμίζει τους χτύπους της καρδιάς έτσι και το μητρικό γάλα θέτει τον ρυθμό για την αποίκιση με μικρόβια του εντέρου και της ρινικής κοιλότητας των βρεφών διασφαλίζοντας ότι η διαδικασία λαμβάνει χώρα με τον σωστό τρόπο και στον σωστό χρόνο» ανέφερε μια εκ των κύριων ερευνητών της μελέτης, η υπολογιστική βιολόγος και επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης Λίατ Σενχάβ και προσέθεσε: «Η ανάπτυξη ενός υγιούς μικροβιώματος δεν αφορά μόνο τη σωστή σύσταση μικροβίων εντός του οργανισμού αλλά και το να αποικίσουν αυτά τα μικρόβια τον οργανισμό με τη σωστή σειρά και στον σωστό χρόνο».
Ο ρόλος του βακτηρίου Ruminococcus gnavus
Ενα από τα ευρήματα-«κλειδιά» της νέας μελέτης ήταν ότι το βακτήριο Ruminococcus gnavus εμφανιζόταν πολύ νωρίτερα στο έντερο των παιδιών που είχαν σταματήσει νωρίς να θηλάζουν. Το βακτήριο αυτό είναι γνωστό ότι εμπλέκεται στην παραγωγή λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου καθώς και στον σχηματισμό και στη διάσπαση του αμινοξέος τρυπτοφάνη. Τόσο η τρυπτοφάνη όσο και οι μεταβολίτες της έχουν συνδεθεί με τη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος από προηγούμενες μελέτες και έχει φανεί ότι συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο άσθματος. Οι συγγραφείς της νέας μελέτης σημείωσαν ότι το μικροβίωμα των βρεφών εκτός από το να βοηθά στην πέψη παίζει και καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η «πηγή» των εθελοντών
Για να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι ερευνητές παρακολούθησαν τη «ροή» των μικροβίων στο έντερο και στη μύτη βρεφών κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής τους ενώ έλαβαν και αναλυτικές πληροφορίες για τον θηλασμό και τη σύσταση του γάλακτος των μητέρων τους. «Πηγή» των εθελοντών της νέας μελέτης ήταν μια άλλη μελέτη, η CHILD Cohort Study, ένα μακροπρόθεσμο ερευνητικό έργο το οποίο παρακολουθεί 3.500 παιδιά στον Καναδά από την εμβρυϊκή ζωή τους ως και την εφηβεία τους.
Τα δεδομένα της CHILD Cohort Study επέτρεψαν στους ερευνητές να προσδιορίσουν ότι ο θηλασμός αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα που επιδρά στο μικροβίωμα των βρεφών και στον κίνδυνο άσθματος. Ακόμη και όταν ελήφθησαν υπόψη άλλοι παράγοντες όπως το κάπνισμα της εγκύου, τα αντιβιοτικά αλλά και το ιστορικό άσθματος της μητέρας, ο θηλασμός των βρεφών αποδείχθηκε ότι επιδρά ανεξάρτητα στη σύνθεση του μικροβιώματος αλλά και στις πιθανότητες εμφάνισης άσθματος των παιδιών.
Μοντέλο πρόβλεψης των πιθανοτήτων άσθματος
Με βάση όλα αυτά τα στοιχεία οι ερευνητές ανέπτυξαν μάλιστα ένα μοντέλο μηχανικής μάθησης και τελικώς ένα στατιστικό μοντέλο το οποίο μπορούσε να προβλέψει με ακρίβεια τις πιθανότητες εμφάνισης άσθματος των παιδιών. «Ο αλγόριθμος που αναπτύξαμε παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με το μικροβίωμα των βρεφών κατά τον πρώτο χρόνο ζωής τους καθώς και το πώς το μικροβίωμα επιδρά στα μωρά. Οι πληροφορίες αυτές μάς επέτρεψαν να κάνουμε προβλέψεις και να εξερευνήσουμε αιτιώδεις σχέσεις» σημείωσε η δρ Σενχάβ.
Επικαιροποίηση των οδηγιών και ανάπτυξη στρατηγικών
Σύμφωνα με την ερευνήτρια, η αποκάλυψη των μηχανισμών πίσω από την προστατευτική επίδραση του μητρικού γάλακτος, όπως αυτή προέκυψε από τη νέα μελέτη, ανοίγει τον δρόμο για επικαιροποίηση των οδηγιών σχετικά με τον θηλασμό. «Περαιτέρω έρευνα επάνω στο θέμα, με γνώμονα τα ευρήματά μας, μπορεί επίσης να συμβάλλει στην ανάπτυξη στρατηγικών για την πρόληψη του άσθματος σε βρέφη που για διαφορετικούς λόγους δεν μπορούν να θηλάσουν επί τουλάχιστον τρεις μήνες» κατέληξε η δρ Σενχάβ.
πηγή: in.gr
(6)