«Η κατάθλιψη στην οικογένειά μου είναι κληρονομική. Έχει πια καταγραφεί στο DNA μας»
Bruce Springsteen / αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία του (Χάρη στο Facebook της Πόλυς Λυκούργου)
«Η κατάθλιψη στην οικογένειά μου είναι κληρονομική. Έχει πια καταγραφεί στο DNA μας. Ο πατέρας μου υπέφερε πολύ, χωρίς να το ξέρει. Εγώ ήμουν 30 χρονών όταν το πρωτοκατάλαβα – όχι ότι δεν το κουβαλούσα πάντα, αλλά στα 20+ μού έφτανε να ανεβαίνω στη σκηνή και να παίζω. Εκεί έβρισκα το κέντρο μου. Ένα ασφαλές μέρος, όταν, ειρωνικά, είσαι εκτεθειμένος σε τόσο κόσμο. Όμως η μουσική ήταν το μόνο μέρος που ένιωθα ο εαυτός μου. Στα 30 μου όμως χτύπησα τοίχο. Χτυπάς τοίχο και δεν ξέρεις τι κάνεις. Τι θα κάνεις με την επόμενη μέρα της ζωής σου. Δεν νιώθεις καλά με το δέρμα σου. Νιώθεις λίγος. Δε θες να είσαι πουθενά. Δεν ξέρεις πώς να συνεχίσεις. Πώς να ξαναπιάσεις τη ζωή σου. Δεν ξέρεις πώς να κάνεις το επόμενο βήμα.
Κι αυτό είναι μία χημική ανισορροπία. «Τοξικό σύννεφο». Δεν βλέπεις μπροστά σου. Ούτε τα καλά. Και μπορεί να σε χτυπήσει την οποιαδήποτε στιγμή – δεν ξέρεις πότε. Με χτύπησε άσχημα στα 30, με χτύπησε ακόμα χειρότερα στα 60. Και δεν με ενόχλησε για ολόκληρες δεκαετίες ενδιάμεσα. Είναι τόσο απρόβλεπτο. Είσαι σ’ ένα τοξικό σύννεφο. Και πρέπει να βρεις τον τρόπο να βγεις από εκεί. Αλλά είναι κάτι που δεν φεύγει ποτέ. Απλώς μαθαίνεις να το βλέπεις, να το αντιμετωπίζεις, να προχωράς.
Πριν από λίγα χρόνια με χτύπησε άσχημα. Είχα μόλις τελειώσει την περιοδεία. Κι όταν τελειώνουν τα live συνήθως χτυπά. Γιατί από εκεί που είσαι ροκ σταρ, επιστρέφεις στη ζωή. Είσαι σύζυγος και πατέρας. Όμως τώρα τα παιδιά είναι μεγάλα, δεν σε χρειάζονται να τα πας κάπου. Οπότε είσαι άνεργος πατέρας.
Τα συμπτώματα αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά. Και πολύ πιο έντονα. Ήταν επίθεση σε όλα μου τα συναισθήματα. Ένιωθα «νευρική κατάθλιψη». Δεν με χωρούσε το δέρμα μου. Ήθελα απλά να ΒΓΩ από αυτό. Ήθελα να ΦΥΓΩ. Κι αυτό ήταν πολύ επικίνδυνο και φέρνει μαζί του πολύ περίεργες σκέψεις. Δεν αισθανόμουν άνετα να κάνω το οτιδήποτε – να σταθώ, να περπατήσω, να κάτσω. Όλα ήταν άβολα και στενάχωρα. Όχι ότι επεξεργαζόμουν τα πάντα σε βάθος. Είχα τόσο βαθιά κατάθλιψη που δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ σε τίποτα που να έχει ουσία. Περπατούσα πάνω κάτω στο χαλί ψάχνοντας το τετραγωνικό εκατοστό που μπορεί να με χωράει. Έχασα κάθε όρεξη να γυμναστώ – κάτι που παλιότερα μου έφερνε ευεξία. Ήθελα μόνο να κοιμάμαι. Περνούσα ώρες στο κρεβάτι μου. Ήθελα μόνο το κρεβάτι μου. Να σκεπάζομαι με το πάπλωμα μέχρι ψηλά στη μύτη και να κρύβομαι εκεί. Περιμένοντας όλο αυτό να σταματήσει. Όσα μου έφερναν χαρά (να διαβάσω ένα βιβλίο, να δω μια ταινία) δεν υπήρχαν πια, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ. Κι όταν όσα αγαπάς δεν σου φέρνουν χαρά, σιγά σιγά, απομακρύνεσαι από το ποιος είσαι. Ποιος ήμουν; Κατάλαβα πώς οι άνθρωποι οδηγούνται στην άβυσσο.
Κράτησε 6 εβδομάδες. Με επηρέασε οργανικά, ψυχικά, σεξουαλικά. Πώς θα συνεχίσω να ζω, σκεφτόμουν. Και πάλι δεν μπορούσα να απαντήσω. Μόνο να αγωνιώ. Δεν έχεις απαντήσεις, εκεί στο σκοτάδι. Μόνο αδιέξοδο.
Το κρεβάτι μου, το κρεβάτι μου. 14-16 ώρες ύπνου και δεν ήταν αρκετές. Σιχαινόμουν το γκρι φως το ξημέρωμα. Σήμαινε ότι θα ξεκινήσει άλλη μια μέρα. Μια μέρα με κόσμο που είναι αλλού – ξυπνούν, πάνε στις δουλειές τους, επιστρέφουν σπίτι, τρώνε, πίνουν, γελάνε, γαμάνε. Έχουν προορισμό. Έχουν ζωή. Εγώ είχα μόνο το κρεβάτι μου. Δεν είχα καν στύση. Ήμουν ένας άδειος ασκός.
Η Πάτι με έπεισε να σηκωθώ. Με στήριξε, με σήκωσε όρθιο, με έπεισε ότι όλα θα πάνε καλά. Χωρίς τη δύναμη και την ηρεμία της δεν ξέρω τι θα είχα απογίνει. Πήρα τηλέφωνο τον φαρμακοποιό μου και του είπα τι συμβαίνει. Με ρώτησε τι παίρνω συνήθως. To [τάδε φάρμακο] του απάντησα. Ξεκίνησέ τα, μου είπε. Και το έκανα.
Κι όλο αυτό σταμάτησε. Ναι, υπάρχει Θεός, σταμάτησε. Μετά από λίγο καιρό σταμάτησα και το [τάδε φάρμακο] και κατάφερα να ξανασταθώ χωρίς αυτό. Και δεν έχει επιστρέψει κάτι, ακόμα, τέτοιο στη ζωή μου.
Έχουν περάσει χρόνια κι όταν το σκέφτομαι λέω «τι στο διάβολο ήταν όλο αυτό; δεν είμαι εγώ αυτός!» Κι όμως είμαι. Είμαι και αυτός. Το κουβαλάω – γενετικά, γονιδιακά, χημικά, όπως θέλετε πέστε το. Και πρέπει να προσέχω. Και πρέπει να μην αργώ να το αντιμετωπίσω.
Και ξέρω ποιο είναι το μόνο του αντίδοτο (πέρα από τη χημεία).
Η αγάπη.»
Πηγή: mikropragmata.lifo.gr