Είσαι σε μια μακροχρόνια σχέση και παρατηρείς πως το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν αρχίσει τα προβλήματα και οι γκρίνιες.
Και εκεί που ο κάθε ένας από εσάς προσπαθεί να καταλάβει τι ακριβώς γίνεται και τι θέλει αρχίζουν να μπαίνουν πολλά ερωτηματικά και προβληματισμοί: «Τον αγαπώ αλλά πλέον δεν περπατάμε στο ίδιο κοινό μονοπάτι, έχει μάθει όμως ο ένας τον άλλο τόσο πολύ καλά, μήπως δεν αξίζει να χωρίσουμε; Νιώθω όμως ότι κάτι μου λείπει από αυτή τη σχέση.. ξέρω όμως πόσα πολλά μου πρόσφερε όλα αυτά τα χρόνια, πώς μπορώ να τον χωρίσω;»
Και μετά από ένα χρονικό διάστημα «προσπάθειας» να γίνουν ξανά τα πράγματα όπως ήταν (που όσο και να θες να το πιστέψεις τις περισσότερες φορές δε γίνεται!) έρχεται ο χωρισμός, ο οποίος συνήθως ξεκινάει με μια φράση του τύπου: «σ’ αγαπώ αλλά..».
Και εκεί χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου γιατί νόμιζες πως οι δυσκολίες θα ξεπεραστούν και η ιστορία σας θα έχει το χαρούμενο τέλος των παραμυθιών. Και αρχίζουν τα «γιατί» να ξεπροβάλλουν. Γιατί με χώρισε; Και δεν της έφταναν όλα αυτά που έκανα; Και αφού δε με ήθελε γιατί δε με χώριζε νωρίτερα; Και όλο αυτό το αναμάσημα των αρνητικών σκέψεων σου χαλάει τη διάθεση και σε πονάει. Σε πονάει ακόμα περισσότερο το γεγονός πως σου λέει ότι σ’ αγαπάει αλλά ταυτόχρονα σε χωρίζει. Τι συμβαίνει λοιπόν σε αυτές τις καταστάσεις;
Αρχικά καμία σχέση δεν τελειώνει επειδή ο άλλος σ ’αγαπάει τόσο πολύ που θέλει να σε αφήσει ελεύθερο για το καλό σου. Ο κάθε άνθρωπος μπαίνει σε μια σχέση γιατί έχει ανάγκη να καλύψει τις δικές του προσωπικές ανάγκες. Όταν λοιπόν δύο άνθρωποι βρίσκονται σε μια σχέση και παίρνουν και οι δύο αυτό που χρειάζονται τότε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Όταν αρχίζουν οι δυσκολίες σε μια σχέση τις περισσότερες φορές σημαίνει ότι ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι δε νιώθουν ότι παίρνουν αυτά που χρειάζονται.
Είναι πολύ βασικό στο σημείο αυτό να κάνουμε ένα διαχωρισμό. Επειδή ο/η σύντροφος σου λέει ότι σε αγαπάει, δε σημαίνει ότι εσύ θες να αγαπηθείς με αυτό τον τρόπο. Υπάρχουν διαφορετικά είδη αγάπης και ο κάθε ένας από εμάς διαφέρει στον τρόπο που θέλει να νιώσει ότι αγαπιέται.
Για παράδειγμα…
κάποιος χρειάζεται το είδος εκείνο της αγάπης που τον αφήνει να είναι ανεξάρτητος, χωρίς πολλές δεσμεύσεις. Κάποιος άλλος έχει ανάγκη μια αγάπη περισσότερο κτητική, που οι δύο σύντροφοι είναι συνεχώς μαζί αποκομμένοι από όλους τους άλλους. Γι’ αυτό και αν κοιτάξεις τα ζευγάρια γύρω σου θα δεις πως κάθε ένα από αυτά είναι ξεχωριστό γιατί αγαπιέται με διαφορετικό τρόπο. Εσύ είσαι αυτός που διαλέγει πώς θέλει να αγαπηθεί, όχι ο άλλος. Τις περισσότερες φορές εστιάζουμε στο πόσο πολύ αγαπάμε τον άλλο (αυτό είναι και το ευκολότερο να αντιληφθούμε) χωρίς να εστιάζουμε στο πώς ο σύντροφός μας μας δείχνει την αγάπη του και αν αυτή ταιριάζει με αυτό που εμείς θέλουμε.
Η αλήθεια τις περισσότερες φορές πονάει γιατί είναι σκληρή. Στην περίπτωση των χωρισμών ο χρόνος είναι ο καλύτερος σύμμαχος που σου δίνει τη δυνατότητα να αποστασιοποιηθείς από την κατάσταση και να δεις με καθαρό βλέμμα τι ακριβώς έχει συμβεί.
Σκέψου… αν έχει νόημα για εσένα να είσαι σε μια σχέση μόνο και μόνο επειδή ο άλλος νιώθει τύψεις απέναντί σου (και ενώ πας να φέρεις αντίρρηση σε αυτό και να σκεφτείς ότι πραγματικά σ’ αγαπάει θυμήσου πως κανένας χωρισμός δεν έρχεται χωρίς λόγο και αν ήταν μια εξαιρετικά δυνατή και αληθινή αγάπη θα ήταν δίπλα σου και θα βρίσκατε τον τρόπο να προχωρήσετε μαζί!).
Κράτα ένα σημαντικό πράγμα στο μυαλό σου αξίζεις να λάβεις την αγάπη ενός ανθρώπου ολοκληρωτικά χωρίς να υπάρχει το αλλά μετά το σ’ αγαπώ. Είναι άδικο να σπαταλάς το χρόνο σου σε μια σχέση, η οποία δε σε καλύπτει. Αξίζεις να αγαπηθείς με τον τρόπο που εσύ νιώθεις ότι θέλεις να σε αγαπούν. Και χωρίς το χωρισμό σημαίνει ότι ποτέ δεν θα μπορούσες να αναζητήσεις τον άνθρωπο που συνειδητά θα κάνει την επιλογή να είναι μαζί σου όχι γιατί δεν μπορεί χωρίς εσένα (γιατί ουδείς αναντικατάστατος!) αλλά γιατί δε θέλει να ζήσει τη ζωή του χωρίς εσένα!
Γράφει η Ελευθερία Μελ. Μουστάκα – Κλινικός Ψυχολόγος MSc, εξιδικευμένη στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία, την Ψυχολογία της Υγείας και τις Ψυχολογικές Παρεμβάσεις στις διατροφικές διαταραχές και την Παχυσαρκία.