Η διατροφή, οι νευροδιαβιβαστές και ψυχική υγεία!

 Η τροφή αποτελεί το προσωπικό ελιξήριο ζωής, μακροβιότητας & νεότητας 

 Η τροφή, επίσης αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για να διατηρούμαστε στη ζωή, για να είμαστε υγιείς και επίσης για να αισθανόμαστε καλά. Αυτό οφείλεται στο ότι η τροφή αποτελείται από μια πληθώρα χημικών ουσιών που προσφέρουν στον οργανισμό μας όχι μόνο ενέργεια, αλλά μας προσφέρουν γευστική απόλαυση.  Εκτός από την χημική τους σύσταση, οι τροφές έχουν “οργανοληπτικά” χαρακτηριστικά, όπως είναι η υφή (τροφή μαλακή, τραγανή, ελαστική, ζουμερή, στεγνή κ.τ.λ.), η γεύση, η οσμή και άλλα, τα οποία συντελούν στην τελική αίσθηση & εμπειρία που εισπράττει & αποκομίζει ο άνθρωπος από την τροφή του.

Οι τροφές λοιπόν κινητοποιούν και άλλους μηχανισμούς του εγκεφάλου, που συσχετίζονται συνδέονται με την συναισθηματική μας κατάσταση, ισορροπία & λειτουργία.

Συγκεκριμένα, η διάθεση του ανθρώπου καθώς και η συμπεριφορά του “προγραμματίζονται” από κάποιες ουσίες που εκλύονται από τον εγκέφαλο και συμμετέχουν στην εύρυθμη & ομαλή λειτουργία του νευρικού συστήματος. Οι ουσίες αυτές ονομάζονται “νευροδιαβιβαστές”, γιατί δρουν σαν… αγγελιοφόροι που επιτρέπουν την καλύτερη μετάδοση & διάδοση ηλεκτρικών ώσεων, δηλαδή των μηνυμάτων του εγκεφάλου, από νεύρο σε νεύρο και άρα πραγματοποιείται η καλύτερη κυκλοφορία τους.

Η παραγωγή των νευροδιαβιβαστών κινητοποιείται με διάφορους τρόπους (όπως για παράδειγμα με την έκθεση στο ηλιακό φως, με τη σεξουαλική δραστηριότητα κ.α.). Ένας από αυτούς τους τρόπους είναι φυσικά και … η κατανάλωση τροφών. Οι τροφές περιέχουν πρόδρομες ουσίες των νευροδιαβιβαστών που ελέγχουν την παραγωγή τους. Έτσι, όταν ο εγκέφαλος αντιληφθεί συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στην τροφή που καταναλώνεται, ενεργοποιεί τους μηχανισμούς που θα παράγουν σε μεγαλύτερη ποσότητα κάποιον νευροδιαβιβαστή, με αποτέλεσμα η βρώση να συνοδευτεί με τα ανάλογα συναισθήματα.

Πολλές τροφές (για παράδειγμα, όσες συνδυάζουν υδατάνθρακες και λιπαρά, όπως ένα γλυκό) ενεργοποιούν την έκλυση_ “ενδορφινών”_ουσιών δηλαδή που έχουν αναλγητική δράση και φέρνουν χαρούμενη διάθεση, παυσίπονη δράση, συναίσθημα χαράς, ενθουσιασμού και επίσης αίσθημα κορεσμού.

Και η “σεροτονίνη”… είναι ένας νευροδιαβιβαστής, τα επίπεδα του οποίου είναι χαμηλά σε όσους πάσχουν από κατάθλιψη. Όταν η σεροτονίνη βρίσκεται σε φυσιολογικά επίπεδα στον οργανισμό, η όρεξη είναι μειωμένη και το άτομο νιώθει αίσθημα πληρότητας & κορεσμού. Στη σύνθεση της σεροτονίνης συμβάλλουν σημαντικά οι υδατάνθρακες αλλά επίσης και (πρωτεΐνες των ζυμαρικών και δημητριακών, κρέας, ψάρια, γαλακτοκομικά, αυγό), γι’ αυτό και πολλοί άνθρωποι έλκονται από τα γλυκά όταν νιώθουν τη διάθεση τους πεσμένη. 

Παράλληλα, με τη βρώση των γλυκών θα αυξηθούν απότομα τα επίπεδα γλυκόζης  στο αίμα τους, πράγμα που θα συμβάλει στην πολύ γρήγορη απελευθέρωση ενέργειας στον οργανισμό και στη βελτίωση της διάθεσης τους. Μειωμένα όμως επίπεδα σε αυτή την ορμόνη οδηγούν σε αυξημένη όρεξη για βρώση τροφών που είναι πλούσιες σε υδατάνθρακες. Μάλιστα, σε συνδυασμό με υψηλά επίπεδα ενός άλλου νευροδιαβιβαστή, του νευροπεπτιδίου Υ (όπως μας πληροφορεί η ιατρική), το αίσθημα αυτό αυξάνεται περισσότερο.

Το νευροπεπτίδιο Υ αυξάνεται σε περιόδους στέρησης τροφής (όπως πχ στη δίαιτα) και είναι ένας σημαντικός παράγοντας που οδηγεί σε διατροφικές διαταραχές και συγκεκριμένα σε επεισόδια “υπερφαγίας” ατόμων που ακολουθούν κάποιο πρόγραμμα απώλειας βάρους.

‘Ένας ακόμα νευροδιαβιβαστής που σχετίζεται πολύ στενά με την διατροφή είναι η “ντοπαμίνη” και στη σύνθεση του συμβάλλουν (σπόροι, μπανάνα, γαλακτοκομικά, κρέας, ψάρι, δημητριακά ολικής άλεσης, αβοκάντο, όσπρια). Αυτή αυξάνει την ετοιμότητα, ικανοποίηση, εγρήγορση και την εγρήγορση. Επίσης είναι υπεύθυνη για το σύστημα ικανοποίησης – ανταμοιβής που προέρχεται από την απόλαυση. Η ντοπαμινη είναι υπεύθυνη για τις λειτουργείς που αφορούν… εθιστική συμπεριφορά!

Συγκεκριμένα, ενεργοποιεί την συμπεριφορά μας και μας κατευθύνει προς το φαγητό, ενδυναμώνοντας την “έλξη” μας προς αυτό. Έτσι μας εμπλέκει σε ένα σύνθετο σύστημα επιδίωξης – απόκτησης – ικανοποίησης με τρόπο που κάνει την απόλαυση να εντυπώνεται όλο και πιο έντονα στη… μνήμη μας. Με το πέρασμα λοιπόν του χρόνου αρχίζει να δημιουργείται η συνήθεια. Αν προσφέρουμε στον εγκέφαλο μας πολύ ισχυρό ερέθισμα (τροφές που προσφέρουν υψηλά επίπεδα απόλαυσης), τα επίπεδα ντοπαμίνης μένουν ψηλά, με αποτέλεσμα να πέφτουν απότομα όταν στερηθούμε την συγκεκριμένη τροφή.

Ο εγκέφαλος λοιπόν μαθαίνει, εκπαιδεύεται, θυμάται, ακόμα και αν δε γίνεται αυτό συνειδητά (με τη βούληση μας). Έτσι, έχει την ιδιότητα να θυμάται ποια ουσία ή κατάσταση του προκαλεί εύκολα και γρήγορα (χωρίς πολύ κόπο) την κατάσταση ηρεμίας ή ικανοποίησης, τέρψης, πληρότητας που αποζητάει, και εκπαιδεύεται να ζητάει απαιτητικά, για παράδειγμα, υδατάνθρακες κάθε φορά που ο άνθρωπος δε νιώθει ευτυχισμένος (…πρόκειται για αυτό που πολλοί αποκαλούν “λιγούρα”), ή όταν είναι άυπνος ή όταν νιώθει κόπωση. Όταν όμως αυτό γίνεται συχνά και για μεγάλο χρονικό διάστημα, οδηγεί, σε: αύξηση βάρους,  ενοχικά συναισθήματα, αίσθηση απώλειας ελέγχου ακόμα και σε κατάθλιψη.

Οι νευροδιαβιστες που αξίζει επίσης να εξεταστούν για το ρόλο τους στη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση τροφής και στο συναίσθημα είναι η “κορτιζόλη”, η “επινεφρίνη” και “ηνορεπινεφρίνη”. Πρόκειται για τις ορμόνες που απελευθερώνονται στο σώμα όταν νιώθουμε άγχος και γενικότερα όταν ο οργανισμός αμύνεται σε κάτι (π.χ. όταν βρίσκεται σε εμπύρετη κατάσταση, σε κατάσταση αϋπνίας κ.τ.λ ).

Αυτές κινητοποιούν τον οργανισμό ώστε να αντιδράσει απέναντι σε όποιο ερέθισμα προκαλεί αγχώδη αντίδραση, ώστε ο άνθρωπος να δώσει μάχη ή να απομακρυνθεί γρήγορα από αυτό. Όταν φεύγει το ερέθισμα που μας προκάλεσε το άγχος, φυσιολογικά οι ορμόνες αυτές επανέρχονται στα φυσιολογικά τους επίπεδα, αλλά σε περιπτώσεις χρόνιου άγχους απορρυθμίζονται ή παραμένουν υψηλά.

Όμως ειδικά η κορτιζόλη έχει και άλλες διάφορες άλλες λειτουργίες, μια από τις οποίες είναι η καταβολική δράση. Συγκεκριμένα η ορμόνη αυτή αυξάνει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα και τα επίπεδα των ελεύθερων αμινοξέων και των λιπαρών οξέων. Παρέχει λοιπόν γρήγορη ενέργεια, απελευθερώνει γρήγορα “ινσουλίνη” και διατηρεί υψηλά τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την αυξημένη όρεξη αλλά και την εναπόθεση λίπους, σε περίπτωση που χρειαστεί ο οργανισμός ενέργεια σε μια έκτακτη περίσταση.

Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι όταν κάποιος πάσχει για χρόνια από άγχος, είναι πιθανόν το άγχος να ευθύνεται για αυξημένη κορτιζόλη και επομένως (και πιθανότατα) και για αυξημένη όρεξη. Έχει μάλιστα ανακαλυφθεί ότι η ουσία αυτή επηρεάζει ακόμα και το που ο άνθρωπος αποθηκεύει λίπος στο σώμα του. Έρευνες έδειξαν ότι άτομα με αυξημένη κορτιζόλη τείνουν να αποθηκεύουν λίπος περισσότερο στην κοιλιακή περιοχή.

Τέλος ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει και στα ωφέλιμα λιπαρά οξέα ω3 που βρίσκεται στα ψάρια κα συμβάλλει στη θρέψη του εγκεφάλου, πλαστικότητα του εγκεφάλου, αντιφλεγμονώδης δράση στα αγγεία του σώματος και του εγκεφάλου.

Στην Αμερική τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί εκπαιδεύσεις σε ακαδημαϊκό και σε επαγγελματικό επίπεδο (eating psychology) που έχουν σαν σκοπό την έρευνα και την εφαρμογή νέων δεδομένων στο χώρο της διατροφικής  & ψυχικής υγείας.

Σε πολλούς ειδικούς που εργάζονται στους παραπάνω χώρους έχει γίνει σαφές ότι για να βοηθηθεί κάποιος/-α ώστε να έχει υγιείς & διατροφικές συνήθειες χρειάζεται να καταλάβει τη λειτουργία που έχει το φαγητό για τον ίδιο. Στις περισσότερες περιπτώσεις το τελευταίο λειτουργεί ως υποκατάστατο ακάλυπτων συναισθηματικών αναγκών. ‘Έτσι, η ανάγκη για επιβίωση που υπηρετεί το φαγητό μετατρέπεται σε ανάγκη για “συναισθηματική επιβίωση” και “ευεξία”.

Επομένως, ο σύγχρονος άνθρωπος συνδυάζει την ποιότητα ζωής με την ποιότητα της τροφής και προσανατολίζεται στη στάση ζωής που τον θέλει να τρέφεται με στόχο όχι απλώς ρο ζην αλλά το ευ ζην. Ο Σωκράτης “ο σοφός των σοφών”,  “ο τιτάνας του Πνεύματος”,  επί διατροφικών θεμάτων έχει τοποθετηθεί ήδη από το 40ο π.Χ,  λέγοντας μας ότι  «Οι μεν λοιποί ζώσιν ίνα εσθιώσιν, αυτός δε εσθίω ίνα ζω» . Δηλαδή, ότι  ενώ οι άλλοι έχουν ως αυτοσκοπό να ζουν για να τρώνε ο ίδιος  τρέφομαι όχι απλώς για να ζω αλλά για να υγιαίνω, να μακροημερεύω αλλά κυρίως για να ευημερώ. 

Σε πολλές περιπτώσεις ασθενών αντιμετωπίζουμε μεγάλη αντίσταση στο να  αποδεχτούν ότι μια διατροφική δυσλειτουργία είναι ένα σήμα κινδύνου για μια γενικότερη ψυχολογική κατάσταση. Πολλές φορές η σχέση που έχουμε με το φαγητό αντικατοπτρίζει τη σχέση μας με τη δουλειά, τα χρήματα, τις προσωπικές σχέσεις και το καθημερινό άγχος. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία στο να κατανοηθεί το γεγονός ότι η διατροφή και η ψυχολογία ακολουθούν παράλληλους δρόμους και όχι διαφορετικούς.

Δυο πολύ σημαντικές αρχές που ακολουθούμε στις θεραπείες από την πλευρά της ψυχολογίας είναι το να μάθουμε  να τρώμε με ενσυναίσθηση (mindfulness eating) και συνείδηση και να μην ωθούμε τις σκέψεις στο φαγητό (suppressing food thoughts) καθώς αυτό μας οδηγεί σε περισσότερα υπερφαγικά επεισόδια. Η επιστήμη της διατροφής μας παρέχει παράλληλα  τη σωστή κατεύθυνση, εξατομικευμένα για το τι διατροφικά μας ταιριάζει. Δεν υπάρχουν, λοιπόν, μαγικές δίαιτες όπως παρακολουθούμε καθημερινά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, λένε ειδικοί επί θεμάτων διατροφής.

Ο σωστός δρόμος είναι μοναδικός και διαφορετικός για τον καθένα μας…

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τους νευροδιαβιβαστές, την προέλευση τους και την επίδραση που έχουν στην συναισθηματική κατάσταση και τη νοητική λειτουργία του ανθρώπου. Αναφέρονται και άλλες ουσίες που συνδέονται με την ψυχική διάθεση, όπως είναι το μαγνήσιο.

 

του Λάσκαρη Κωνσταντίνου

(12951)