ΕΡΩΤΗΣΗ ΣΤΟΝ ΨΥΧΟΛΟΓΟ: Είμαι βουλιμική. Τι να κάνω;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο όρος βουλιμία ετυμολογικά προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «βους» (όρος που δηλώνει την υπερβολή) και «λιμός». Τον συναντά κανείς τόσο σε ιατρικά όσο και σε θεολογικά κείμενα, και η σημασία του είναι πάντα αυτή μιας παθολογικής αδηφαγίας, δηλαδή της τάσης για υπερβολική πρόσληψη τροφής.

Σε ψυχιατρικά και ψυχαναλυτικά κείμενα, ο όρος βουλιμία εμφανίζεται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα για να δηλώσει είτε μία «ακατανίκητη ψευδή όρεξη» που αντιδιαστέλλεται προς την ψυχογενή ανορεξία, είτε μία «αυξημένη στοματική ανάγκη», είτε ακόμη μια «τοξικομανία χωρίς λήψη ναρκωτικών».

Θα πρέπει, εντούτοις, να παρατηρηθεί ότι παρά την πολύχρονη έρευνα γύρω από τη βουλιμία, τα αίτια και τις συνέπειές της, η διάγνωσή της παραμένει ακόμη και σήμερα δύσκολη.

Ένα άτομο μπορεί να πάσχει από βουλιμία κι όμως να μην παρουσιάζει εμφανή συμπτώματα, καθώς το βάρος του παραμένει φυσιολογικό και το άτομο φροντίζει οι βουλιμικές του κρίσεις να μην γίνονται αντιληπτές από το άμεσο περιβάλλον του.

Ακόμη όμως και στην περίπτωση που τα συμπτώματα είναι οφθαλμοφανή (υπερβολική αύξηση του σωματικού βάρους, πρήξιμο, κτλ.), μπορεί κάποιος εύκολα να παραβλέψει τη σημασία τους, αφού πολλοί τείνουν να τα ερμηνεύουν ως τα συνήθη αποτελέσματα της ζωής μέσα σε μια κοινωνία αφθονίας.

Ας δούμε όμως λεπτομερέστερα ποια είναι τα συμπτώματα της βουλιμίας. Το κύριο σύμπτωμα της ψυχογενούς βουλιμίας είναι η υπερφαγία…

Χρειάζεται όμως προσοχή, γιατί ο όρος μπορεί να είναι παραπλανητικός. Λέγοντας «υπερφαγία» δεν εννοούμε την περιοδική απόλαυση ενός πλούσιου γεύματος ή μια παροδική εκτροπή από το σταθερό πρόγραμμα διατροφής ενός ατόμου.

  • Η πραγματική βουλιμία αναγνωρίζεται όταν συνυπάρχουν στο ίδιο άτομο τα δύο ακόλουθα χαρακτηριστικά:

αφενός, μια υποκειμενική αίσθηση απώλειας του ελέγχου πάνω στην ποσότητα της τροφής που καταναλώνεται. Αφετέρου, η ποσότητα της τροφής για την οποία γίνεται λόγος, πρέπει να είναι πράγματι υπερβολική σε σχέση με τις κανονικές ή συνήθεις διατροφικές συνήθειες.

Ειδικότερα, έχουν εντοπιστεί αναφορές σε υπερφαγία με κατανάλωση ποσότητας τροφής που φτάνει μέχρι και τις 10.000 θερμίδες. Για να έχει η παραπάνω συμπεριφορά τα χαρακτηριστικά της ψυχογενούς βουλιμίας, θα πρέπει να καλύπτει ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και οι εκδηλώσεις της υπερφαγίας μέσα στο διάστημα αυτό να παρουσιάζουν περιοδικότητα.

Έτσι, σύμφωνα με την πάγια ψυχιατρική ταξινόμηση (DSM), η υπερφαγία αποκτά παθολογικά βουλιμικά χαρακτηριστικά όταν παρουσιάζεται δύο τουλάχιστον φορές την εβδομάδα επί τρεις μήνες.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα άτομα που εκδηλώνουν υπερφαγική συμπεριφορά υιοθετούν παράλληλα διάφορες αντισταθμιστικές συμπεριφορές καθώς αδυνατούν να περιορίσουν την υπερβολική πρόσληψη τροφής, προσπαθούν τουλάχιστον να αποτρέψουν τις ορατές συνέπειες της υπερφαγίας στο σωματικό τους βάρος.

  • Η καταφυγή από το άτομο σε τέτοιες συμπεριφορές αποτελεί απαραίτητο κριτήριο για την διάγνωση της ψυχογενούς βουλιμίας. Ποιες είναι αυτές οι αντισταθμιστικές συμπεριφορές;

Η πιο συνηθισμένη είναι ο αυτοπροκαλούμενος έμετος (με ή χωρίς μηχανική διέγερση την χρήση του δαχτύλου). Μία παραλλαγή αυτής της συμπεριφοράς είναι η παράλληλη με την κατανάλωση τροφής πρόσληψη μεγάλων ποσοτήτων νερού, οι οποίες στη συνέχεια αποβάλλονται με τον έμετο, με αποτέλεσμα το άτομο να έχει την εντύπωση ότι επιτυγχάνει ένα είδος «πλύσης στομάχου».

Μια άλλη μέθοδος στην οποία συχνά καταφεύγουν τα άτομα είναι η κατάχρηση καθαρτικών φαρμάκων με στόχο την αποβολή του φαγητού που καταναλώθηκε ανεξέλεγκτα ή ακόμη η κατάχρηση διουρητικών με στόχο την απώλεια λίπους ή άλλων ουσιών που τείνουν να αυξήσουν το σωματικό βάρος.

Θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ ότι η κατάχρηση τόσο καθαρτικών όσο και διουρητικών μπορεί μακροπρόθεσμα να αποβεί πολύ επικίνδυνη για την υγεία του ατόμου, γιατί έχει ως αποτέλεσμα μια σημαντική διατάραξη της ισορροπίας στην χημική σύνθεση του σώματος. Άλλες μέθοδοι που επιστρατεύει το βουλιμικό άτομο για να αντισταθμίσει τα αποτελέσματα της υπερφαγίας είναι η αποχή από το φαγητό για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα (ώρες ή ακόμη και ημέρες), και η υπερβολική άσκηση.

Η Μάρω Μπέλλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια. Κατά την κλινική της πρακτική ακολουθεί την αυτοσχεδιαστική μέθοδο. Έχει λάβει ειδίκευση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, έχει εμβαθύνει με διατριβή στην Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην Ψυχανάλυση. 

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο της με τίτλο: «Ο γκατζετ-Eros: ο έρωτας στα χρόνια της τεχνολογίας» από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.

(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: http://www.marobellou.gr/el/)

Στοιχεία επικοινωνίας:

Διευθ.: Αχιλλέως 29 & Λ. Βουλιαγμένης 65Β Γλυφάδα.

Τηλ.: 210 – 96 32 860

(2133)