Άλλο θλίψη και άλλο κατάθλιψη!

Σήμερα η κατάθλιψη είναι μία ασθένεια της μόδας, μάλιστα εμφανίζεται σχεδόν ως η πληγή του αιώνα. Η «ανάδειξή» της προκύπτει από έναν συνδυασμό συγκυριών… αφενός βρισκόμαστε σε έναν πολιτισμό που καθορίζεται κυρίως από τον Λόγο της επιστήμης, η οποία με την ευρηματικότητα που την χαρακτηρίζει παράγει και το λεγόμενο «χάπι της ευτυχίας» και αφετέρου, με την φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση η ζωή έχει μετατραπεί σε μία αδιάκοπη κούρσα ιλιγγιώδους ταχύτητας.

Ο καταθλιπτικός από την άλλη, με την ίδια του την ύπαρξη διασπείρει την ανησυχία, αφού «δεν το παλεύει αρκετά», «εγκαταλείπει την προσπάθεια» και κινείται ενάντια στο πνεύμα της εποχής που δίνει την εντολή: «προχώρα προς τα μπρος», «απλά κάν’ το», κτλ. Δημιουργείται λοιπόν το εξής παράδοξο: ενώ ο σύγχρονος πολιτισμός δεν μπορεί να αγαπά τους καταθλιπτικούς, είναι ο ίδιος που παράγει ολοένα και περισσότερους, παράγει δηλαδή όλο και περισσότερο αυτό που απωθεί.

Εδώ που τα λέμε, πώς να μην λυγίσει κανείς μπροστά στη δυσφορία που του επιφυλάσσει ο σύγχρονος πολιτισμός; Η υπερκόπωση του ανταγωνισμού, η ακόρεστη δίψα της μαζικής κατανάλωσης, ο ατομικισμός που έχει αναχθεί σε υπέρτατη αξία, η υποβάθμιση των κοινωνικών δεσμών, η τυραννία της αρχής της απόλαυσης που επιβάλλει την «ευτυχία παντού και πάντα», η γενικευμένη απώλεια του νοήματος, το ατέρμονο κυνήγι του χρόνου, η υπερπληθώρα των ready made αντικειμένων που φέρνουν τελικά την πλήξη είναι ορισμένα μόνο από τα σημεία των καιρών που οδηγούν τις «ωραίες ψυχές» στο να καταθλίβονται.

Έτσι, κάθε ανεπάρκεια σε σχέση με την υποχρέωση να είναι κανείς ευτυχισμένος, αφού «σημασία έχει πάνω από όλα να περνάμε καλά», θα ονομάζεται εφεξής «κατάθλιψη» που χρήζει ιατρικής και ψυχολογικής παρέμβασης.

Καθώς λοιπόν η θλίψη είναι ντροπή, αδικαιολόγητη και κατά συνέπεια παθολογική, τι άλλο απομένει σε αυτόν που την αισθάνεται από το να απευθυνθεί στον ειδικό, ακόμη και να ζητήσει χημική αγωγή. Άλλωστε η επιστήμη έχει να προσφέρει μία λύση, αφού βρήκε τον ένοχο για τη γένεση της κατάθλιψης και ο οποίος δεν είναι παρά το μονοαμινικό έλλειμμα της σεροτονίνης.

Έτσι, η συγκεκριμένη διαταραχή της «διάθεσης» δεν είναι το σύμπτωμα ενός ανθρώπου, εφόσον μπορούμε πλέον να αναζητήσουμε την αιτία της στην ανόργανη ύλη και να την αντιμετωπίσουμε αφού εξοπλίσουμε κατάλληλα τον οργανισμό. Με αυτόν τον τρόπο παρακάμπτεται το ίδιο το άτομο και απαλλάσσεται από οποιοδήποτε ηθικό σφάλμα ή αίσθημα ενοχής για την ίδια του την διάθεση.

Δεν ευθύνεται το ίδιο το άτομο που είναι καταθλιπτικό, αλλά οι διακυμάνσεις των ποσοστών συγκέντρωσης των νευροδιαβιβαστών στο σώμα του. Οι συνταγές της ψυχότροπης ευτυχίας υπόσχονται την επιθυμητή ανάκαμψη από την «αδηφάγο» κατάθλιψη, όμως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει Η κατάθλιψη στον ενικό.

Με άλλα λόγια…

υπάρχουν πολλές καταθλιπτικές καταστάσεις οι οποίες εμφανίζονται με διάφορες παραλλαγές, γεγονός που καθιστά δύσκολο έναν ενιαίο ορισμό που να τις ενοποιεί όλες. Ο ψυχικός πόνος είναι διαφορετικός στην περίπτωση μίας απώλειας, όπως της εργασίας, του γονιού, του συντρόφου, στην περίπτωση της διάγνωσης μίας χρόνιας οργανικής ασθένειας, της αυτοκατηγόριας του ατόμου λόγω της ανεπάρκειάς του να ανταποκριθεί σε ένα ιδανικό που έχει θέσει στην ζωή του, της αντίδρασής του απέναντι στους φρενήρεις ρυθμούς της σύγχρονης ζωής…

Με τον γενικό έως και κοινότοπο όρο «κατάθλιψη» ισοπεδώνεται κάθε διάκριση ανάμεσα στη φυσιολογική ψυχική οδύνη του πένθους και την πλήρη παραίτηση του ατόμου από κάθε επιθυμία για ζωή. Παρόλα αυτά, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα άτομα μπορεί εξίσου να απευθυνθούν στον γιατρό ζητώντας να τους συνταγογραφήσει φάρμακα γιατί θεωρούν τον εαυτό τους σε κατάθλιψη. «Το άκρον άωτον της αλλοτρίωσης δηλαδή: να ασπάζεται κανείς σε αυτόν τον βαθμό την επιβαλλόμενη νόρμα»!

Για αυτό συχνά ο όρος «κατάθλιψη» δημιουργεί σύγχυση και ειδικότερα όταν περιορίζεται στο αίσθημα της θλίψης. Ένα στεναχωρημένο άτομο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχει και κατάθλιψη. «Απόδειξη: μπορούμε να μιλήσουμε για ένα άτομο που δεν υπήρξε ποτέ στην ζωή του καταθλιπτικό, αλλά δεν μπορούμε να φανταστούμε έναν άνθρωπο για τον οποίο η λέξη θλίψη δεν θα είχε κανένα νόημα και ο οποίος δεν θα μπορούσε να τη συνδέσει με καμμία προσωπική του εμπειρία».

Η θλίψη στην ουσία είναι αναπόφευκτη και πρόκειται για ένα συναίσθημα που κανέναν δεν αφήνει ανέγγιχτο. Στην κατάθλιψη από την άλλη, «υπάρχει εκ των πραγμάτων πάντα κάτι περισσότερο από την απλή διάσταση του συναισθήματος». Εδώ, πλήττεται η ίδια η ζωτικότητα του ατόμου, έχει μείνει «δίχως ενέργεια», «δεν έχει πια κουράγιο και δυνάμεις», έχει παραιτηθεί από την ίδια τη ζωή με μία εντυπωσιακή αδιαφορία. Η αδυναμία της θέλησης δεν περιορίζεται πλέον μόνο στο συναίσθημα, αλλά έχει περάσει και στην πράξη καθώς η αδράνεια έχει εμποτίσει όλο του το είναι, τόσο την ψυχή του όσο και το σώμα του.

Η Μάρω Μπέλλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια. Κατά την κλινική της πρακτική ακολουθεί την αυτοσχεδιαστική μέθοδο. Έχει λάβει ειδίκευση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, έχει εμβαθύνει με διατριβή στην Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην Ψυχανάλυση. 

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο της με τίτλο: «Ο γκατζετ-Eros: ο έρωτας στα χρόνια της τεχνολογίας» από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.

(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: http://www.marobellou.gr/el/)

(534)