Τα επίπεδα μιας συγκεκριμένης ορμόνης στον οργανισμό μπορούν να αποκαλύψουν αν και κατά πόσο κάποιος κινδυνεύει να βιώσει κατάθλιψη κάποια στιγμή στη ζωή του, αποκαλύπτει νέα έρευνα – Ποια είναι και πόσα μαρτυρά για την ψυχική υγεία
Σε μια σημαντική διαπίστωση κατέληξε μια ομάδα ερευνητών, η οποία υποστηρίζει ότι τα επίπεδα μιας συγκεκριμένης ορμόνης στον οργανισμό μπορούν να… προβλέψουν τον κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης.
Οι ερευνητές από το The Irish Longitudinal Study on Aging (TILDA) εξέτασαν ενήλικες 60 ετών και άνω και ανακάλυψαν ότι όσοι κατέγραφαν υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης στον οργανισμό τους, είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν συμπτώματα κατάθλιψης αργότερα στη ζωή τους.
Ειδικότερα, οι μελετητές συνέλεξαν τρίχες από τα μαλλιά των συμμετεχόντων το 2014, μέσω των οποίων μέτρησαν τα επίπεδα κορτιζόλης στον οργανισμό του καθενός και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι εκείνοι που εμφάνισαν τα υψηλότερα επίπεδα αυτής της ορμόνης ήρθαν αντιμέτωποι με τα συμπτώματα της κατάθλιψης 6 χρόνια αργότερα, δηλαδή κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας της νόσου COVID-19.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν, επιπλέον, πως τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης μαρτυρούν παράλληλα ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν βιώσει στο παρελθόν τουλάχιστον μία περίοδο έντονου στρες. Σύμφωνα με τα ίδια ευρήματα, αυτή η ορμόνη μπορεί να αποκαλύψει και άλλους βιολογικούς και ψυχολογικούς παράγοντες υγείας των ατόμων, ωστόσο αυτό τελεί υπό περαιτέρω διερεύνηση.
Υψηλά επίπεδα κορτιζόλης καταγράφονται σε πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που πάσχουν ήδη από κατάθλιψη. Τα νέα ερευνητικά ευρήματα, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι η κορτιζόλη που μετράται με αυτό τον τρόπο είναι ικανή να προβλέψει ποιοι είναι περισσότερο επιρρεπείς ως προς το να έρθουν αντιμέτωποι με την κατάθλιψη στο μέλλον, αφού πρώτα έχουν υποστεί έντονο στρες στο παρελθόν.
Σύμφωνα με τα ευρήματα των μελετητών, δεν παρατηρήθηκε διαφοροποίηση στα αποτελέσματα μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Η δρ. Joanne Feeney, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και κύρια μελετητής Ιατρικής Γεροντολογίας στο Trinity, εξήγησε ότι η έρευνα υπογραμμίζει ένα βασικό πλεονέκτημα των διαχρονικών μελετών. «Καθώς το TILDA συγκέντρωνε στοιχεία για χρόνια, ήμασταν σε θέση να κοιτάξουμε πίσω στο μακρινό 2014, οπότε και μετρήθηκαν τα επίπεδα κορτιζόλης στους συμμετέχοντες της έρευνας και να διερευνήσουμε αν σχετίζονταν με αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα εν λόγω αποτελέσματα είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. «Με δεδομένο τον αρνητικό αντίκτυπο που είχε η πανδημία και τα lockdown στην ψυχική υγεία, τα νέα ευρήματα είναι σημαντικά για να κατανοήσουμε ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο από την κατάθλιψη και να σκεφτούμε πιθανές μεθόδους προστασίας για το μέλλον», πρόσθεσε η δρ. Feeney.
H καθηγήτρια και κύρια ερευνήτρια του TILDA, Rose Anne Kenny, συμπλήρωσε: «Η μέτρηση της κορτιζόλης στα δείγματα τριχών είναι μια καινοτόμος προσέγγιση σε μια μελέτη πληθυσμού. Είναι, επιπλέον, η πρώτη φορά που αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται σε τόσο μεγάλη κλίμακα στην Ιρλανδία. Αυτό μας επιτρέπει να μετρήσουμε με ευκολία τις επιδράσεις του ορμονικού στρες, ενώ παλαιότερα για τις ίδιες μετρήσεις απαιτούνταν 5 δείγματα αίματος ή σάλιου σε μια ημέρα. Η κορτιζόλη συνδέεται με τις διαδικασίες της γήρανσης και το άγχος αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της βιολογικής μας γήρανσης».
Πηγή: ygeiamou.gr