ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αν και το ερώτημα είναι εύλογο, η απάντηση σε αυτό είναι στην πραγματικότητα πιο σύνθετη από όσο φαίνεται ευθύς εξαρχής. Για να συνδεθούν αιτιωδώς οι σωματικοί πόνοι με την κατάθλιψη, είναι αρχικά απαραίτητη μια διαφορική διάγνωση με σκοπό να εξαλειφθεί το ενδεχόμενο το άτομο να πάσχει από μία οργανική ασθένεια…
Αν αποδειχθεί ότι απουσιάζει κάθε οργανικό υπόστρωμα του πόνου, τότε περνάμε στη ζώνη του ψυχοσωματικού συμπτώματος. Διαπιστώνουμε ότι το σώμα πάσχει, αλλά για άγνωστους λόγους.
Στην περίπτωση αυτή…
οδηγούμαστε αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι τα σωματικά συμπτώματα δεν είναι παρά η ανάδειξη στο βιολογικό επίπεδο μιας δυσλειτουργίας ή μιας διαταραχής που εντοπίζεται πρωταρχικά στο ψυχολογικό επίπεδο.
Στο βάθος ενός τέτοιου ψυχοσωματικού φαινόμενου ενδέχεται να βρίσκεται η «θεμελιώδης κατάθλιψη». Αυτή η μορφή κατάθλιψης διαφοροποιείται από την κλασσική μορφή κατάθλιψης, κατά την οποία το άτομο κατηγορεί κυρίως τον εαυτό του και πιστεύει ότι αξίζει να τιμωρηθεί.
-
Πρόκειται για μία «κατάθλιψη χωρίς αντικείμενο»…
υπάρχει μία κόπωση, μία κόπωση που μοιάζει με εκείνην όλου του κόσμου, χωρίς κάποια ιδιαιτερότητα, αλλά μία ασίγαστη κόπωση, η οποία γίνεται εξάντληση μπροστά στη ζωή, κόπωση απέναντι στην ίδια τη ζωή που καταλήγει να εκφράζεται μέσα από έντονους σωματικούς πόνους.
Οι πόνοι αυτοί μπορεί να είναι είτε μόνιμοι, είτε να εμφανίζονται περιοδικά, είτε τέλος να σχετίζονται με κρίσιμα, σημαντικά γεγονότα στην ζωή του ατόμου. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, το άτομο καθίσταται δυσλειτουργικό με αποτέλεσμα να αυτοπεριορίζεται, να αναδιπλώνεται στον εαυτό του, καθώς αδυνατεί να βρει μία διέξοδο από την σωματική οδύνη που το βασανίζει.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι:
το σωματικό σύμπτωμα συνοδεύεται πάντα από το ψυχικό του αντίστοιχο και όσο παραμένει ασαφές και συγκεχυμένο ως προς τα οργανικά του αίτια, άλλο τόσο παραμένει ασαφές και συγκεχυμένο ως προς το νόημα και την ερμηνεία του.
Η επίγνωση που μπορεί να αποκτήσει το άτομο για το ψυχικό νόημα του πόνου του, είναι το πρώτο αλλά αποφασιστικό βήμα για μία ουσιαστική ανακούφισή του, την οποία ακριβώς δεν μπορεί να προσφέρει μία μονοδιάστατη φαρμακευτική προσέγγιση του προβλήματος.
Έχω βρει διέξοδο για τα προβλήματα μου το αλκοόλ, λέτε να εθιστώ;
Θα πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε ότι η έννοια του εθισμού παραπέμπει είτε σε ουσίες είτε σε σταθερά επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, οι οποίες χαρακτηρίζονται από μία εμμονική και εκτός μέτρου αναζήτηση της απόλαυσης, και που όταν υιοθετούνται από το άτομο τείνουν να παράγουν σταθερές, και ενδεχομένως βλαπτικές τροποποιήσεις τόσο του νου όσο και του σώματος.
-
Όσον αφορά τώρα τη διέξοδο από τα προβλήματα που υποτίθεται ότι εξασφαλίζει το αλκοόλ, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι είναι εντελώς πλασματική:
πράγματι, η εμμονική επανάληψη μίας εθιστικής συμπεριφοράς δεν εμπλουτίζει σε τίποτε την εμπειρία του ατόμου, ούτε συνιστά αποτελεσματική απάντηση στα προβλήματα που το καθηλώνουν.
Πρόκειται πάντα απλώς για την επιστροφή ενός αδιαφοροποίητου συμβάντος. Το άτομο μόνο φαινομενικά ήπιε τόσα ποτήρια, στην πραγματικότητα πίνει πάντα το ίδιο ποτήρι. Το ιδιάζον χαρακτηριστικό μίας τέτοιας απόλαυσης είναι η περιχαράκωση του ατόμου στον εαυτό του.
Αντί για μια δυαδική σχέση…
αυτό που επιτυγχάνει ο εθισμός είναι η εγκαθίδρυση μιας μοναχικής σχέσης του ατόμου με το αντικείμενο της απόλαυσής του. Έτσι, πίσω από την φανταστική διέξοδο κρύβεται και αναπαράγεται διαρκώς ένα πραγματικό αδιέξοδο, που το αλκοόλ δεν μπορεί καν να αγγίξει.
Το κρίσιμο στο σημείο αυτό είναι να επιτευχθεί η μετατόπιση του ατόμου από την μονοσήμαντη χρήση του αλκοόλ στην χρήση του λόγου, μέσω του οποίου ο εθισμός του αποκτά ένα νόημα για το ίδιο. Η πραγματική θεραπεία ξεκινά όταν το άτομο συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορεί να ασκήσει κανέναν έλεγχο πάνω στον εθισμό του.
Όταν συνειδητοποιήσει δηλαδή ότι το αλκοόλ δεν είναι μία εθελούσια καταφυγή, αλλά κάτι που του επιβάλλεται και το καθηλώνει. Μόνο τότε μπορεί να αρχίσει να αποκόπτεται σταδιακά από μία συμπεριφορά που τώρα πλέον την κατανοεί όχι ως ελεύθερη, αλλά ως καταναγκαστική.
-
Το φαγητό είναι το μόνο που μου δίνει ευχαρίστηση, είναι φυσιολογικό;
Όταν ένα άτομο στην ζωή του φτάσει στο σημείο να αντλεί ευχαρίστηση από μία μοναδική πηγή, αυτό αναμφίβολα δηλώνει μία προβληματική κατάσταση. Η εμμονική μάλιστα επικέντρωση στην απόλαυση του φαγητού έχει χαρακτηρισθεί ως μια «τοξικομανία χωρίς λήψη ναρκωτικών».
Έχει εξάλλου επανειλημμένα τονιστεί η ομοιότητα ανάμεσα στις διατροφικές διαταραχές (ιδίως την βουλιμία), και τις συμπεριφορές εξάρτησης.
Από την σκοπιά των ψυχικών λειτουργιών μία εξάρτηση μπορεί να δηλώνει την αναζήτηση, για αμυντικούς σκοπούς, ενός εξωτερικού παράγοντα (όπως, π.χ., την υπερβολική πρόσληψη της τροφής), τον οποίο το άτομο επιστρατεύει για να διασφαλίσει και να διατηρήσει την ψυχική ισορροπία του, που αδυνατεί να βρει στο επίπεδο των ενδοψυχικών αποθεμάτων του.
Ο αποκλεισμός των άλλων πηγών απόλαυσης, ιδίως εκείνων που προϋποθέτουν την ύπαρξη μίας διαπροσωπικής σχέσης, μπορεί επίσης να δηλώνει έναν ενδόμυχο φόβο μπροστά στην επαφή με τον Άλλον. Μία διαπροσωπική σχέση είναι εξαιρετικά σύνθετη και για να συντηρηθεί απαιτεί αμοιβαιότητα, ενώ η σχέση με το φαγητό όχι.
Η ανάγκη που μπορεί να έχει το άτομο για τον άλλον αντικαθίσταται έτσι, εξαιτίας του φόβου του, από την ανάγκη για ένα αντικείμενο, μπροστά στο οποίο το άτομο απολαμβάνει μία εντελώς ανώφελη και κοντόθωρη ανεξαρτησία.
Πρόκειται λοιπόν για ένα είδος αμυντικής και φοβισμένης αναδίπλωσης στην σφαίρα ενός Εγώ που, για να απολαύσει χωρίς φόβο, παραιτείται εντελώς από την ίδια τη δυνατότητα συνάντησης με τον άλλον.
Η Μάρω Μπέλλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια. Κατά την κλινική της πρακτική ακολουθεί την αυτοσχεδιαστική μέθοδο. Έχει λάβει ειδίκευση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, έχει εμβαθύνει με διατριβή στην Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην Ψυχανάλυση.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο της με τίτλο: «Ο γκατζετ-Eros: ο έρωτας στα χρόνια της τεχνολογίας» από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: http://www.marobellou.gr/el/)